Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν πως η κατάθλιψη είναι σαν ένας μικρός πομπός που χάνεται κάπου στο δρόμο του από τον έναν νευρώνα στον άλλο και περιφέρεται χωρίς να μπορεί να προσανατολιστεί.
Αυτή θα μπορούσε να είναι μια εύκολη εξήγηση, ότι δηλαδή δημιουργείται μια χημική ανισορροπία στον εγκέφαλο που προκαλεί τελικά αυτά τα συναισθήματα της θλίψης, της μοναξιάς ή του ψυχικού πόνου.
Ομως, η κατάθλιψη είναι κάτι πολύ περισσότερο περίπλοκο απ’ αυτό.
Διαβάστε παρακάτω τις πέντε πιο πρόσφατες θεωρίες για την κατάθλιψη που προέκυψαν από τις πιο πρόσφατες μελέτες.
1. Λανθασμένη εγκεφαλική καλωδίωση
Οταν οι ειδικοί σάρωσαν τους εγκεφάλους καταθλιπτικών ατόμων ανακάλυψαν ότι ο μετωπιαίος λοβός του εγκεφάλου, το μέρος που σχετίζεται με ανώτερες γνωστικές διεργασίες, εμφάνισε χαμηλότερα επίπεδα δραστηριότητας από εκείνα που υπάρχουν σε μη καταθλιπτικά άτομα. Αλλες εγκεφαλικές σαρώσεις αποκάλυψαν ρήξη στα φυσιολογικά πρότυπα συναισθηματικής επεξεργασίας που εμποδίζουν την ικανότητα καταστολής των αρνητικών συναισθηματικών καταστάσεων στους καταθλιπτικούς ασθενείς.
Τα υψηλά επίπεδα δραστηριότητας στο τμήμα της αμυγδαλής του εγκεφάλου, το κέντρο φόβου, εξακολουθούν να υφίστανται παρά τις γνωστικές προσπάθειες επαναφοράς. Η κατάθλιψη περιλαμβάνει ένα πρόβλημα στο σχέδιο καλωδίωσης του εγκεφάλου, που δεν αφορά το ενιαίο σχέδιο εγκεφαλικής δραστηριότητας, αλλά το μοτίβο της εγκεφαλικής δραστηριότητας που είναι μοναδικό για κάθε άτομο.
2. Ατροφία του εγκεφάλου
Η κατάθλιψη μπορεί να σχετίζεται με την απώλεια όγκου σε τμήματα του εγκεφάλου, δηλαδή τον ιππόκαμπο που ανήκει στο μεταιχμιακό σύστημα (το συναισθηματικό κέντρο του εγκεφάλου) και είναι σημαντικό για την ενοποίηση των πληροφοριών, από την βραχυπρόθεσμη μνήμη μέχρι την μακροπρόθεσμη. Οσο πιο σοβαρή είναι η κατάθλιψη, τόσο μεγαλύτερη είναι η απώλεια του όγκου του εγκεφάλου.
Η ατροφία επηρεάζει τους μετωπιαίους εγκεφαλικούς λοβούς, ιδιαίτερα τον προμετωπιαίο φλοιό, που ρυθμίζει τα συναισθηματικά κέντρα του εγκεφάλου. Τέλος, η κατάθλιψη φαίνεται να αναστέλλει τη γέννηση νέων κυττάρων του εγκεφάλου, τη νευρογένεση. Γι’ αυτό είναι πολλοί οι γιατροί που τη θεωρούν ως την «πιο καταστροφική ασθένεια που γνωρίζει η ανθρωπότητα».
3. Ορμονικές ανισορροπίες
Το ενδοκρινικό σύστημα μπορεί να παίξει ρόλο στην κατάθλιψη. Μερικές μελέτες έχουν δείξει την ύπαρξη σφάλματος στον άξονα υποθαλάμου-αδένα της υπόφυσης, την περιοχή που διαχειρίζεται την αντίδραση του οργανισμού στο στρες. Οταν ένα άτομο είναι σε κίνδυνο, ο υποθάλαμος παράγει τον παράγοντα απελευθέρωσης κορτικοτροπίνης (CRF) και άλλες ουσίες που διεγείρουν την υπόφυση να απελευθερώσει ορμόνες του στρες που στέλνουν μια απόκριση fight or flight (πάλη ή φυγή). Η χρόνια ενεργοποίηση του άξονα υποθαλάμου-αδένα της υπόφυσης μπορεί να συμβάλλει στην κατάθλιψη.
4. Γενετική
Υπάρχουν πολλές γενετικές παραλλαγές που μπορεί να αυξήσουν την ευπάθεια ενός ατόμου στην κατάθλιψη και άλλες διαταραχές της διάθεσης, αν και μερικές απ’ αυτές τις παραλλαγές δεν έχουν ακόμα ταυτοποιηθεί. Οι επιστήμονες έχουν προσδιορίσει ένα γονίδιο που συνδέεται με τη διπολική διαταραχή και έχουν βρει μια κοινή γενετική μετάλλαξη που συνδέεται με την ανάπτυξη κλινικής κατάθλιψης σε άτομα που έχουν έρθει αντιμέτωπα με τραυματικά γεγονότα στη ζωή τους. Μια μελέτη σε διδύμους έδειξε πως αν ένας δίδυμος αναπτύξει κατάθλιψη, θα υποφέρει από κατάθλιψη και ο άλλος δίδυμος σε ποσοστό 46% αν πρόκειται για πανομοιότυπους διδύμους (που μοιράστηκαν τον ίδιο πλακούντα) και σε ποσοστό 20% αν πρόκειται για διζυγωτικούς διδύμους (που είχαν ο καθένας δικό του πλακούντα).
5 Εγκεφαλική φλεγμονή
Ο διάσημος νευρολόγος David Perlmutter, υποστηρίζει πως ο ακρογωνιαίος λίθος όλων των εκφυλιστικών παθήσεων, συμπεριλαμβανομένων της κατάθλιψης, του άγχους και της διπολικής διαταραχής, είναι η φλεγμονή και οι πιο επιφανείς διεγέρτες της φλεγμονής είναι στη διατροφή μας η γλουτένη και η ζάχαρη.
Αυτή την φλεγμονή, υποστηρίζει, την αισθανόμαστε σε άλλα μέρη του σώματός μας, αλλά δεν μπορούμε να την αισθανθούμε στον εγκέφαλό μας, γι’ αυτό σπάνια συνδέουμε τη διάθεσή μας με την τροφή μας. Ο Perlmutter επισημαίνει ότι η μελέτη έχει δείξει πως τα άτομα που πάσχουν από διαταραχή της διάθεσης, τείνουν να έχουν ευαισθησία στη γλουτένη. Η κατάθλιψη βρίσκεται ως επί το πλείστον στο 52% των ατόμων που έχουν ευαισθησία στη γλουτένη.