Το βλέμμα του μωρού μπορεί να αποτελέσει το πρώτο σημάδι για την ύπαρξη αυτισμού, σύμφωνα με μελέτη που δείχνει πως η αναπτυξιακή διαταραχή, διαταράσσει την επιθυμία της επαφής με τα μάτια.
Ερευνητές στην Ατλάντα χρησιμοποίησαν τεχνολογία οπτικής ανίχνευσης για να μελετήσουν πώς ανταποκρίνονται τα μωρά στα κοινωνικά ερεθίσματα από τη στιγμή της γέννησής τους μέχρι την ηλικία των τριών ετών και διαπίστωσαν πως τα βρέφη που αργότερα διαγνώστηκαν με αυτισμό, έδειχναν λιγότερη προσοχή στα μάτια των άλλων.
«Αυτά τα αποτελέσματα αποκαλύπτουν ότι υπάρχουν μετρήσιμες και αναγνωρίσιμες διαφορές, παρούσες ήδη τους πρώτους έξι μήνες της ζωής του βρέφους και έχουν τη δυνατότητα να μετατοπίσουν δραματικά τις δυνατότητες για μελλοντικές στρατηγικές πρώιμης παρέμβασης», τόνισε η συγγραφέας της μελέτης Ami Klin, διευθύντρια του Κέντρου Αυτισμού Marcus στην Ατλάντα. Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature.
Ο αυτισμός μέχρι σήμερα διαγιγνώσκεται με προσεκτική παρατήρηση της συμπεριφοράς του παιδιού, τις κοινωνικές του δεξιότητες και την ικανότητα επικοινωνίας που διαθέτει. Ομως, οι ερευνητές εδώ και καιρό ψάχνουν για πιο λεπτομερείς ενδείξεις που θα τους επιτρέψουν να παρέμβουν νωρίτερα.
«Παρακολουθώντας τα μωρά από τη γέννησή τους και εντατικά μέσα στους πρώτους έξι μήνες της ζωής τους ήμασταν σε θέση να συγκεντρώσουμε μεγάλες ποσότητες δεδομένων πολύ πριν από τα εμφανή συμπτώματα που βλέπουμε συνήθως», τόνισε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Warren Jones.
Προειδοποίησε, ωστόσο, ότι δεν θα πρέπει οι γονείς να αρχίσουν να ψάχνουν για τέτοια σημάδια και να απογοητεύονται αν κάποιες φορές τα μωρά τους αποφεύγουν να τους κοιτάξουν στα μάτια.
«Χρησιμοποιήσαμε πολύ εξειδικευμένη τεχνολογία για τη μέτρηση αναπτυξιακών διαφορών που προκύπτουν με την πάροδο του χρόνου για τον τρόπο που τα βρέφη παρακολουθούσαν πολύ συγκεκριμένες σκηνές της κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Για να είμαστε σίγουροι, οι γονείς δεν θα πρέπει να αναμένουν ότι αυτό είναι κάτι που θα μπορούσαν να το δουν χωρίς τη βοήθεια της τεχνολογίας», τόνισε.
Το επόμενο βήμα θα είναι να επεκταθούν αυτές οι μελέτες σε περισσότερα παιδιά και να συνδυαστούν η παρακολούθηση του ματιού με τα μέτρα της γονιδιακής έκφρασης και την ανάπτυξη του εγκεφάλου.