Μια νέα μελέτη, αφήνει υποσχέσεις για την χρησιμοποίηση νέας μεθόδου διόρθωσης μιας κακής αορτικής βαλβίδας, κύριας πύλης της καρδιάς, χωρίς χειρουργική επέμβαση ανοικτής καρδιάς.
Σύμφωνα με τη μελέτη, τα ποσοστά επιβίωσης ήταν καλύτερα ένα χρόνο αργότερα για τους ασθενείς, στους οποίους τοποθετήθηκε νέα βαλβίδα σε μια αρτηρία μέσω σωλήνα, αντί μέσω της χειρουργικής επέμβασης.
Τα αποτελέσματα της μελέτης αναφέρθηκαν στο συνέδριο του Αμερικανικού Κολλεγίου Καρδιολογίας, το Σάββατο (29/3) στην Ουάσινγκτον, και ενθάρρυναν ορισμένους γιατρούς να ρισκάρουν την πρόβλεψη ότι στο άμεσο μέλλον πολύ λιγότεροι άνθρωποι θα ακολουθούν την παραδοσιακή μέθοδο.
«Θα είναι πια πολύ δύσκολο να πει κανείς σε έναν ασθενή, ότι αν χρειαστεί αορτική βαλβίδα, η χειρουργική επέμβαση είναι η καλύτερη επιλογή που έχει», υποστήριξε ένας από τους επικεφαλής του συνεδρίου, ο δρ Prediman K. Shah, του Ινστιτούτου Καρδιάς, Cedar Sinai, στο Λος Αντζελες.
Αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι μπορεί να έχουν προβληματική αορτική βαλβίδα, που μπορεί να σκληραίνει και να στενεύει όσο προχωρά η ηλικία, με αποτέλεσμα το αίμα να μην διέρχεται μέσα απ’ αυτήν όπως θα έπρεπε. Μέχρι πριν λίγα χρόνια, η μόνη λύση ήταν η χειρουργική επέμβαση ανοικτής καρδιάς, όπου κόβεται η ελαττωματική βαλβίδα και τοποθετείται καινούργια.
Αυτό άλλαξε το 2011, όταν η εταιρεία Edwards Lifesciences κέρδισε στις ΗΠΑ μια ομοσπονδιακή έγκριση για επεκτάσιμη βαλβίδα που θα μπορούσε να χωρέσει έναν καθετήρα σε μια αρτηρία του ποδιού και να την οδηγήσει προς την καρδιά, για να την τοποθετήσει στο εσωτερικό της παλιάς βαλβίδας. Οι μελέτες έδειξαν ότι η επιβίωση ήταν συγκρίσιμη ή λίγο καλύτερη απ’ ό,τι αν η ίδια διαδικασία γινόταν με χειρουργική επέμβαση. Ομως, με εκείνη τη μέθοδο τα εγκεφαλικά επεισόδια μετά την προσέγγιση του καθετήρα ήταν πιο συχνά, γεγονός που δημιούργησε καχυποψίες.
Φέτος, όμως, μια αντίπαλη εταιρεία, η CoreValve Medtronic, πέτυχε την έγκριση της δικής της συσκευής, για τη θεραπεία ατόμων για τα οποία η χειρουργική επέμβαση ενείχε μεγάλο ρίσκο. Η νέα μελέτη δοκιμάστηκε σε σχεδόν 800 ασθενείς που ήταν λιγότερο άρρωστοι και θα μπορούσαν να κάνουν χειρουργική επέμβαση, ωστόσο και πάλι με αυξημένους κινδύνους.
Ενα χρόνο μετά τη θεραπεία, το 19% των ασθενών που είχαν υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση είχαν πεθάνει, συγκριτικά με το 14% εκείνων που είχαν χρησιμοποιήσει τη συσκευή CoreValve.
«Είναι ένα μεγάλο άλμα προς τα εμπρός για τη διόρθωση των βαλβίδων μέσω των αιμοφόρων αγγείων», αναφέρει ο δρ David Kandzari, από το Ινστιτούτο Καρδιάς Piedmont, στην Ατλάντα.
Τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν από το περιοδικό New England Journal of Medicine.