Οι παχύσαρκοι έφηβοι είναι πιο πιθανό να έχουν απώλεια ακοής συγκριτικά με τους συνομηλίκους τους που έχουν κανονικό βάρος, σύμφωνα με μια νέα μελέτη.
Τα ευρήματα που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα στο περιοδικό Lagyngoscope που εκδίδεται από την Αμερικανική Λαρυγγική, Ρινολογική και Ωτολογική Εταιρεία, έδειξαν πως οι παχύσαρκοι έφηβοι είχαν αυξημένη απώλεια ακοής σε όλες τις συχνότητες και παρουσίαζαν διπλάσιες πιθανότητες μονομερούς απώλειας ακοής χαμηλών συχνοτήτων.
«Αυτή είναι η πρώτη ένδειξη πως η παχυσαρκία σχετίζεται με την απώλεια ακοής στους εφήβους», είπε ο Anil K. Lalwani, καθηγητής και αντιπρόεδρος της Ερευνας στο Τμήμα ΩΡΛ Χειρουργικής Κεφαλής & Τραχήλου του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου της Κολούμπια.
Η μελέτη διαπίστωσε πως η παχυσαρκία στους εφήβους σχετίζεται με νευροαισθητήρια απώλεια ακοής σε όλες τις συχνότητες (το φάσμα συχνοτήτων που μπορεί να ακουστεί από τους ανθρώπους). Η νευροαισθητήρια βαρηκοΐα προκαλείται από βλάβη στα τριχοειδή κύτταρα του έσω αυτιού. Τα υψηλότερα ποσοστά ήταν για χαμηλής συχνότητας απώλεια ακοής – 15 έως 16% των παχύσαρκων εφήβων συγκριτικά με το 7,89% των μη παχύσαρκων. Τα άτομα με απώλεια ακοής των χαμηλών συχνοτήτων δεν μπορούν να ακούσουν τους ήχους σε συχνότητες 2000 Ηz και κάτω. Μπορούν, ωστόσο, να ακούσουν ήχους στις υψηλότερες συχνότητες (το φυσιολογικό εύρος ακοής είναι από 20 Ηz έως 20.000 Ηz. Μπορούν να καταλάβουν καλά την ανθρώπινη ομιλία, αλλά μπορεί να έχουν δυσκολία ακοής σε ομάδες ή σε θορυβώδη μέρη.
«Τα συγκεκριμένα αποτελέσματα έχουν σημαντικές επιπτώσεις για την δημόσια υγεία. Επειδή η προηγούμενη έρευνα διαπίστωσε ότι το 80% των εφήβων με απώλεια ακοής δεν γνώριζαν τη δυσκολία ακοής, οι έφηβοι με παχυσαρκία θα πρέπει να κάνουν τακτικό έλεγχο της ακοής τους, ώστε να μπορούν να την αντιμετωπίσουν κατάλληλα και να μην έχουν θέματα γνωσιακά και θέματα συμπεριφοράς», δηλώνει ο Δρ Lalwani που είναι επίσης ΩΡΛ στο Πρεσβυτεριανό Νοσοκομείο της Νέας Υόρκης.
Αν και η συνολική απώλεια ακοής μεταξύ των παχύσαρκων εφήβων ήταν σχετικά ήπια, η σχεδόν διπλάσια αύξηση των αποδόσεων της μονομερούς χαμηλής συχνότητας απώλειας ακοής ήταν ιδιαίτερα ανησυχητική. Αποτελεί ένδειξη πρώιμης και ενδεχομένως εξελισσόμενης βλάβης στο εσωτερικό αυτί, καθώς ο παχύσαρκος έφηβος μετατρέπεται σε έναν παχύσαρκο ενήλικα. Η μελλοντική έρευνα είναι απαραίτητη για τις αρνητικές συνέπειες αυτής της πρόωρης απώλειας της ακοής όσον αφορά την κοινωνική ανάπτυξη, την ακαδημαϊκή επίδοση, αλλά και τη συμπεριφορά και τη γνωστική λειτουργία.
«Επιπρόσθετα, η απώλεια ακοής θα πρέπει να προστεθεί στην αυξανόμενη λίστα των αρνητικών συνεπειών της παχυσαρκίας για την υγεία που επηρεάζει, τόσο τα παιδιά όσο και τους ενήλικες – μια προσθήκη που θα πρέπει να αποτελέσει μια περαιτέρω ώθηση στη μείωση της παχυσαρκίας μεταξύ των ανθρώπων όλων των ηλικιών», είπε ο Δρ Lalwani.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες σχεδόν το 17% των παιδιών είναι παχύσαρκα, κάτι που σημαίνει πως έχουν μάζα σώματος (ΔΜΣ) ίση ή μεγαλύτερη από 95 εκατοστημόρια. Ο Δείκτης Μάζας Σώματος στα παιδιά εκφράζεται σε εκατοστιαίες θέσεις που έχουν οριστεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ενώ στους ενήλικες εκφράζεται ως ο αριθμός που προκύπτει από τη διαίρεση του βάρους και του ύψους τους. Η παχυσαρκία και οι συναφείς με αυτήν νόσοι έχουν αναγνωριστεί ως παράγοντας κινδύνου για την απώλεια ακοής στους ενήλικες.
Η μελέτη ανέλυσε στοιχεία από περίπου 1.500 εφήβους από το Εθνικό Σύστημα Υγείας και Διατροφής, εξετάζοντας ένα μεγάλο, εθνικό αντιπροσωπευτικό δείγμα εφήβων, μεταξύ των ηλικιών 12 και 19, σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε τη διετία 2005-2006 από το Εθνικό Κέντρο Στατιστικής της Υγείας των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων. Οι συμμετέχοντες ερωτήθηκαν στο σπίτι, λαμβάνοντας υπόψιν οικογενειακό ιατρικό ιστορικό, τρέχουσες ιατρικές παθήσεις, χρήση φαρμάκων, τυχόν καπνιστές στην οικογένεια, κοινωνικοοικονομικούς και δημογραφικούς παράγοντες, καθώς και το ιστορικό έκθεσης σε θορύβους.
Ο Δρ Lalwani και οι συνεργάτες του εικάζουν ότι η παχυσαρκία μπορεί άμεσα ή έμμεσα να οδηγήσει σε απώλεια της ακοής. Αν και απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να καθορίσει τους μηχανισμούς που εμπλέκονται, οι ερευνητές θεωρούν πως η φλεγμονή που προκαλείται από την παχυσαρκία μπορεί να συμβάλλει στην απώλεια ακοής. Τα χαμηλά επίπεδα πλάσματος της αντιφλεγμονώδους πρωτεΐνης αδιπονεκτίνης (ή λιπονεκτίνης), η οποία εκκρίνεται από τον λιπώδη ιστό, έχει βρεθεί σε παχύσαρκα παιδιά, ενώ στους παχύσαρκους ενήλικες έχει συσχετιστεί με υψηλής συχνότητας απώλεια ακοής, που επηρεάζει την ικανότητα ενός ατόμου να κατανοήσει την ομιλία. Η παχυσαρκία μπορεί επίσης να συμβάλλει έμμεσα στην απώλεια ακοής ως αποτέλεσμα συγγενών νοσημάτων, συμπεριλαμβανομένου του διαβήτη τύπου 2, καρδιαγγειακών παθήσεων και υψηλής χοληστερόλης, τα οποία έχουν αναφερθεί πως σχετίζονται με την απώλεια περιφερικής ακοής (σχετικά με το εξωτερικό, μέσο και εσωτερικό αυτί).