Οι άνθρωποι που ζουν σε πλουσιότερες χώρες, με καλύτερη υγιεινή, μπορεί να διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης της νόσου Αλτσχάιμερ σύμφωνα με νέα μελέτη.
Ο λόγος, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Evolution, Medicine and Public Health, είναι πως οι άνθρωποι που ζουν σε βιομηχανικές χώρες, έχουν μειώσει σημαντικά την επαφή με τα βακτήρια, τους ιούς και άλλους μικροοργανισμούς και αυτή η έλλειψη έκθεσης εμποδίζει το ανοσοποιητικό τους σύστημα να αναπτυχθεί επαρκώς.
Η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Δρ Molly Fox και οι συνάδελφοί της, ερευνητές στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, θέλησαν να διαπιστώσουν αν αυτή η «υπόθεση της υγιεινής» θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί υπάρχουν σημαντικές διαφορές στα ποσοστά της νόσου του Αλτσχάιμερ σε πάνω από 192 χώρες. Χρησιμοποίησαν στοιχεία από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ) για την παγκόσμια επιβάρυνση της νόσου που δημοσιεύτηκε το 2009 και τα προσάρμοσαν στο σήμερα. Η έκθεση περιλαμβάνει πληροφορίες, τόσο για τη νόσο του Αλτσχάιμερ, όσο και για άλλες μορφές άνοιας, αν και οι ερευνητές σημειώνουν ότι το Αλτσχάιμερ αφορά περίπου το 60-80% όλων των περιπτώσεων άνοιας.
Οι πλουσιότερες χώρες έχουν υψηλότερα ποσοστά Αλτσχάιμερ
Τα αποτελέσματα της ανάλυσης έδειξαν ότι οι χώρες με τα υψηλότερα επίπεδα υγιεινής είχαν επίσης υψηλότερα ποσοστά της νόσου του Αλτσχάιμερ. Χώρες που οι πληθυσμοί τους είχαν ευκολότερη πρόσβαση στο πόσιμο νερό, όπως η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, παρουσίασαν 9% υψηλότερα ποσοστά Αλτσχάιμερ σε σύγκριση με τις χώρες που είχαν λιγότερη από τη μισή πρόσβαση σε καθαρό νερό. Οι χώρες με σημαντικά χαμηλότερα ποσοστά μολυσματικών ασθενειών, όπως η Ισλανδία και η Ελβετία, είχαν 12% υψηλότερο ποσοστό Αλτσχάιμερ, σε σύγκριση με χώρες, όπως η Γκάνα και η Κίνα, που έχουν υψηλά ποσοστά μολυσματικών ασθενειών. Χώρες στις οποίες πάνω από το 75% του πληθυσμού κατοικεί σε αστικές περιοχές, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Αυστραλία, τα ποσοστά Αλτσχάιμερ εμφανίζονται κατά 10% υψηλότερα απ’ ό,τι στις χώρες όπου λιγότερο από το 1/10 του πληθυσμού ζει σε αστικές περιοχές, όπως το Νεπάλ και το Μπαγκλαντές.
Επιπλέον, οι ερευνητές λένε ότι οι συνολικές διαφορές στα επίπεδα της αποχέτευσης αντιπροσώπευαν το 33% της διαφοράς στα ποσοστά Αλτσχάιμερ μεταξύ των χωρών, ενώ οι μολυσματικές ασθένειες αντιπροσώπευαν το 36% και η αστικοποίηση το 28%.
Η Δρ Molly Fox αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η υπόθεση της υγιεινής, που υποδηλώνει τη σχέση ανάμεσα στο καθαρότερο περιβάλλον και τον υψηλότερο κίνδυνο ορισμένων αλλεργιών και αυτοάνοσων νοσημάτων, είναι καλά εδραιωμένη. Πιστεύουμε ότι μπορούμε πλέον να προσθέσουμε το Αλτσχάιμερ στον κατάλογο αυτών των ασθενειών. Υπάρχουν σημαντικές συνέπειες για την πρόβλεψη της μελλοντικής παγκόσμιας επιβάρυνσης λόγω ασθενειών, ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς βελτιώνονται τα αποχετευτικά τους συστήματα».
Οι συγγραφείς της μελέτης λένε ότι η έκθεση σε μικροοργανισμούς είναι κρίσιμης σημασίας, προκειμένου το ανοσοποιητικό σύστημα να ρυθμιστεί. Η έλλειψη μικροβίων και η επαφή με τα βακτήρια μπορεί να οδηγήσει σε ανεπαρκή ανάπτυξη των λευκών αιμοσφαιρίων, δηλαδή των κυττάρων που είναι υπεύθυνα για την προστασία του σώματος από τις λοιμώξεις. Και προσθέτουν ότι αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τα Τ-κύτταρα, έναν τύπο λευκών αιμοσφαιρίων που καταπολεμούν τις μολύνσεις στην κυκλοφορία του αίματος. Οι ερευνητές λένε ότι οι προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει πως η διέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο της νόσου του Αλτσχάιμερ μέσω των Τ-κυττάρων ή τη δράση της μικρογλοίας, μιας ομάδας κυττάρων που κατοικούν σε μακροφάγα των κυττάρων του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού.
Η Δρ Fox προσθέτει ότι η αύξηση του προσδόκιμου ζωής των ενηλίκων και η παρουσία της νόσου του Αλτσχάιμερ στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι ίσως «μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της εποχής μας». Αναφέρει, μάλιστα, πως περισσότερο από το 50% των ατόμων με Αλτσχάιμερ ζουν στον αναπτυσσόμενο κόσμο και μέχρι το 2025 ο αριθμός αυτός αναμένεται να αυξηθεί σε περισσότερο από 70%.
«Μια καλύτερη κατανόηση του τρόπου που η περιβαλλοντική εξυγίανση επηρεάζει τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου του Αλτσχάιμερ, μπορεί να ανοίξει νέους δρόμους, τόσο για τον τρόπο ζωής, όσο και για τις φαρμακευτικές στρατηγικές που πρέπει να ακολουθηθούν για τον περιορισμό της νόσου».
…και ο αντίλογος
Βέβαια, όπως συμβαίνει με τις περισσότερες μελέτες, δεν θα μπορούσε και η συγκεκριμένη να μείνει χωρίς αντίλογο ή εν πάση περιπτώσει χωρίς κάποιοι επιστήμονες να διατηρήσουν τις επιφυλάξεις τους.
Ο Simon Ridley, επικεφαλής της έρευνας στο Ερευνητικό Κέντρο για το Αλτσχάιμερ στο Ηνωμένο Βασίλειο, λέει ότι η μελέτη είναι «ενδιαφέρουσα», αλλά δεν αποδεικνύει ότι η καλύτερη υγιεινή προκαλεί τη νόσο του Αλτσχάιμερ.
Η αύξηση του κινδύνου για Αλτσχάιμερ είναι πιθανό να επηρεάζεται από έναν πολύπλοκο συνδυασμό περιβαλλοντικών παραγόντων και τρόπου ζωής και αυτή η μελέτη δεν εξετάζει εάν υπάρχουν και άλλοι παράγοντες εκτός από την υγιεινή που θα μπορούσαν να συνδέονται με τον κίνδυνο ενδεχόμενων διαφορετικών ποσοστών Αλτσχάιμερ στις διάφορες χώρες.
«Η έρευνα για την κατανόηση των διαφόρων παραγόντων που επηρεάζουν τον κίνδυνο για ανάπτυξη της νόσου του Αλτσχάιμερ είναι ζωτικής σημασίας για την πρόληψη της ασθένειας. Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει ακόμα ένας εξασφαλισμένος τρόπος για την πρόληψη της νόσου του Αλτσχάιμερ, ο κίνδυνος μπορεί να μειωθεί με την κατανάλωση μιας υγιεινής, ισορροπημένης διατροφής, τακτική άσκηση, διατήρηση αρτηριακής πίεσης και χοληστερόλης υπό έλεγχο και αποφυγή του καπνίσματος», λέει ο Ridley.