Δραματικά επηρεάστηκε το μέσο ελληνικό νοικοκυριό λόγω της κρίσης, εκτιμά η έκθεση του ΟΟΣΑ που μετράει το ανθρώπινο κόστος της οικονομικής ύφεσης και τονίζει πως οι Ελληνες δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη στην κυβέρνησή τους.
Βάσει των αποτελεσμάτων της έκθεσης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την ευημερία, σε ένα σύνολο 11 κριτηρίων με τα οποία αξιολογήθηκε η ευημερία σε ένα σύνολο 34 ανεπτυγμένων χωρών, η Ελλάδα πέρασε τον μέσο όρο σε τρία μόλις από αυτά, ενώ βρισκόταν σταθερά κάτω από αυτόν στα υπόλοιπα οκτώ.
Η έκθεση αναφέρει πως στην Ελλάδα από το 2007 μέχρι το 2011 σημειώθηκε σωρευτική μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών σε ποσοστό 23%, με τον αριθμό αυτό να είναι ο μεγαλύτερος μεταξύ των χωρών του Οργανισμού. Παράλληλα, την ίδια περίοδο αυξήθηκε η ανισότητα στα εισοδήματα της αγοράς (πριν από φόρους και μεταβιβάσεις) κατά 2% πάνω από το μέσο όρο που είναι 1,2%.
Ανεργία, φτώχεια και έλλειψη εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση
Σύμφωνα με την έκθεση η μεγαλύτερη επίπτωση της κρίσης επήλθε από τη μείωση της απασχόλησης και την επιδείνωση των συνθηκών εργασίας, καθώς από το 2007-2012 το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων αυξήθηκε κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί από 59% σε 34% (το 2011, σήμερα μπορεί να είναι ακόμα πιο κάτω…) το ποσοστό των Ελλήνων που δηλώνουν ικανοποιημένοι από τη ζωή τους.
Κατά τη διάρκεια της κρίσης μειώθηκε, επίσης, η εμπιστοσύνη των Ελλήνων στους θεσμούς και τον τρόπο που λειτουργεί η δημοκρατία. Μόλις το 13% των Ελλήνων από το 38% που ήταν πριν, δηλώνουν πως εμπιστεύονται ακόμα την κυβέρνηση. Το 31% των Ελλήνων αναφέρει ότι απασχολείται σε ένα κακό εργασιακό περιβάλλον, ποσοστό που είναι επίσης πολύ μεγαλύτερο απ’ αυτό άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Οι τρεις δείκτες που είναι πάνω από το μέσο όρο αφορούν την κατάσταση της υγείας, την ισορροπία εργασίας – ζωής και την προσωπική ασφάλεια. Χαμηλότερα από το μέσο όρο είναι οι δείκτες που αφορούν την εκπαίδευση, το εισόδημα και τον πλούτο, την ενασχόληση με τα κοινά, τις θέσεις εργασίας και τις αποδοχές, την κατοικία, την ποιότητα του περιβάλλοντος, τις κοινωνικές διασυνδέσεις και την υποκειμενική ευημερία.