Η γενιστεΐνη είναι μία ισοφλαβόνη που βρίσκεται στη σόγια και χρησιμοποιείται για τη θεραπεία των συνθηκών που επηρεάζονται από τα επίπεδα των οιστρογόνων στο σώμα.
Η γενιστεΐνη είναι τόσο φυτοοιστρογόνο, όσο και αντιοξειδωτικό και μετά από πολυάριθμες κλινικές μελέτες οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι στην Ιαπωνία έχουν χαμηλότερα ποσοστά καρκίνου του μαστού, των ωοθηκών και του καρκίνου του προστάτη, λόγω της γενιστεΐνης που περιέχεται στη διατροφή τους, η οποία είναι πλούσια σε σόγια. Η γενιστεΐνη δεσμεύεται στη θέση του οιστρογόνου σε υποδοχείς καρκινικών κυττάρων που χρειάζονται αυτή την ορμόνη για να αναπτυχθούν. Μερικές μελέτες έχουν δείξει επίσης ότι βοηθά στη ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα και την πρόληψη της ανάπτυξης αντίστασης στην ινσουλίνη που μπορεί να οδηγήσει στο διαβήτη και ένα πλήθος διαταραχών που σχετίζονται με αυτή την κατάσταση, συμπεριλαμβανομένης της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας.
Η γενιστεΐνη έχει αποδειχθεί επίσης ότι βοηθά στην αποτροπή της ανάπτυξης του καρκίνου, στερώντας από τα καρκινικά κύτταρα μια πρωτεΐνη που ονομάζεται κινάση της τυροσίνης, την οποία χρειάζονται για να αναπτυχθούν και διαταράσσοντας τη δράση ορισμένων ενζύμων που επιτρέπουν στους καρκινικούς όγκους να αναπτύξουν τη δική τους παροχή αίματος.
Ως φυτοοιστρογόνο, η γενιστεΐνη μιμείται τις επιδράσεις των οιστρογόνων στο σώμα, και μπορεί να είναι μια χρήσιμη θεραπεία για παθήσεις που προκαλούνται ή επιδεινώνονται από μείωση των επιπέδων των οιστρογόνων κατά την εμμηνόπαυση, συμπεριλαμβανομένων της οστεοπόρωσης και του αυξημένου κινδύνου της καρδιακής νόσου. Οι ισοφλαβόνες σόγιας έχουν αποδείξει την ικανότητά τους να μειώνουν τα επίπεδα της LDL ή «κακής» χοληστερόλης και να βοηθούν στην πρόληψη συσσώρευσης πλάκας στις αρτηρίες. Εχει, επίσης, διατυπωθεί η άποψη ότι οι ισοφλαβόνες σόγιας μπορούν να είναι χρήσιμες για τη θεραπεία της νόσου του Αλτσχάιμερ, εμποδίζοντας τη συσσώρευση πλάκας στα αιμοφόρα αγγεία στον εγκέφαλο.
Η γενιστεΐνη μπορεί επίσης να είναι χρήσιμη για τη θεραπεία της ψωρίασης και του καρκίνου του δέρματος. Έχει αποδειχθεί ότι μειώνει την παραγωγή της κερατίνης, μιας πρωτεΐνης στο δέρμα που έχει συνδεθεί με την ανώμαλη ανάπτυξη των κυττάρων του δέρματος.
Μπορείτε να πάρετε περισσότερη γενιστεΐνη στη διατροφή σας με την κατανάλωση τροφίμων που παρασκευάζονται από σόγια ή από την ίδια τη σόγια. Το τόφου, το γάλα σόγιας, το αλεύρι σόγιας και η ψημένη σόγια είναι όλα καλές πηγές ισοφλαβονών. Υπάρχουν επίσης συμπληρώματα ισοφλαβόνης στην αγορά που περιέχουν σημαντικές ποσότητες γενιστεΐνης και δαϊδζεΐνης, ένα άλλο αντικαρκινικό φυτοοιστρογόνο που βρίσκεται στη σόγια. Μπορείτε ακόμα να πάρετε μια καλή ποσότητα ισοφλαβονών από φυτικά συμπληρώματα kudzu (βότανο που χρησιμοποιείται παραδοσιακά από την κινεζική και ιαπωνική ιατρική) που περιέχουν ισοφλαβόνες σόγιας. Οι άνθρωποι που ανησυχούν για την οστεοπόρωση μπορεί να θέλουν να δοκιμάσουν ιπριφλαβόνη, ένα συμπλήρωμα που περιέχει μια χημικά τροποποιημένη μορφή ισοφλαβόνης σόγιας, η οποία έχει αποδειχθεί το πιο αποτελεσματικό συμπλήρωμα ισοφλαβόνης για την πρόληψη της οστικής απώλειας.
Δεν υπάρχει συνιστώμενη δοσολογία για την γενιστεΐνη, αν και η μέση ημερήσια πρόσληψη ισοφλαβονών στην Ιαπωνία είναι περίπου 200 χιλιοστόγραμμα. Δεν υπήρξαν τοξικές παρενέργειες που σχετίζονται με την γενιστεΐνη, αλλά επειδή είναι ένα φυτοοιστρογόνο, έχει υπάρξει κάποια ανησυχία ότι θα μπορούσε να τονώσει ουσιαστικά την ανάπτυξη των καρκίνων που διεγείρονται από οιστρογόνα ή να παρέμβει στη δράση των αντισυλληπτικών χαπιών.
Ανδρες και γυναίκες που έχουν διαγνωστεί με καρκίνους που σχετίζονται με οιστρογόνα δεν θα πρέπει να καταναλώνουν ισοφλαβόνες, καθώς υπάρχουν κάποιες έρευνες που δείχνουν ότι η γενιστεΐνη και η δαϊδζεΐνη μπορούν να επιδεινώσουν αυτές τις συνθήκες. Επιπλέον, σε μία μελέτη αρουραίων, όπου τούς χορηγήθηκε γενιστεΐνη με ένεση διαπιστώθηκε ότι είχαν υψηλότερο κίνδυνο με αναπτύξουν καρκίνο της μήτρας.