Τα άτομα με προδιαβήτη μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο που διατρέχουν να εμφανίσουν διαβήτη, αν ακολουθούν περιοδική νηστεία, όπως αναφέρει η Αμερικανική Διαβητολογική Εταιρεία.
Στα άτομα που έχουν προδιαβήτη, η ποσότητα γλυκόζης στο αίμα είναι υψηλότερη από το κανονικό, αλλά δεν είναι αρκετά υψηλή για να χαρακτηριστούν διαβητικοί.
Το 2011 ερευνητές από το Ιατρικό Κέντρο Ιntermountain στη Γιούτα, διερεύνησαν το πώς τα επίπεδα γλυκόζης και το βάρος επηρεάστηκαν την πρώτη ημέρα που υγιείς άνθρωποι ήπιαν μόνο νερό και δεν έφαγαν το παραμικρό.
«Οταν μελετήσαμε τις επιδράσεις της νηστείας σε φαινομενικά υγιή άτομα, τα επίπεδα της χοληστερόλης αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια της 24ωρης νηστείας. Οι αλλαγές που ήταν οι πιο ενδιαφέρουσες και απροσδόκητες ήταν αυτές που είχαν να κάνουν με τη μεταβολική υγεία και τον κίνδυνο διαβήτη. Μαζί με προηγούμενες μελέτες μας που έδειξαν πως η νηστεία σχετίστηκε με χαμηλότερο κίνδυνο διαβήτη και στεφανιαίας νόσου, οδηγηθήκαμε στο συμπέρασμα ότι η νηστεία είναι ο πιο εύστοχος τρόπος για τη μείωση του κινδύνου του διαβήτη και των συναφών μεταβολικών προβλημάτων», λέει ο δρ Benjamin Horne, διευθυντής της Καρδιαγγειακής και της Γενετικής Επιδημιολογίας στο Intermountain και επικεφαλής της έρευνας.
Ο δρ Horne και η ομάδα του άρχισαν να διερευνούν τις επιπτώσεις της νηστείας στους προδιαβητικούς. Στη μελέτη περιελήφθησαν συμμετέχοντες μεταξύ 30 και 69 ετών που είχαν επίσης τουλάχιστον τρεις μεταβολικούς παράγοντες κινδύνου όπως:
* Μεγάλη περίμετρο μέσης
* Eνα υψηλό επίπεδο τριγλυκεριδίων
* Xαμηλό επίπεδο της HDL («καλής») χοληστερόλης
* Υψηλή αρτηριακή πίεση
* Υψηλό σάκχαρο νηστείας στο αίμα
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι κατά τη διάρκεια της νηστείας η χοληστερόλη των προδιαβητικών συμμετεχόντων αυξήθηκε ελαφρά όπως είχε συμβεί και στην προηγούμενη μελέτη με τους υγιείς ανθρώπους. Ωστόσο, σε μια περίοδο 6 εβδομάδων, τα επίπεδα της χοληστερόλης των συμμετεχόντων προδιαβητικών μειώθηκαν κατά περίπου 12%.
«Επειδή αναμέναμε ότι η χοληστερόλη χρησιμοποιείται για την ενέργεια κατά τη διάρκεια των περιόδων νηστείας και πιθανότατα προήλθε από τα λιποκύτταρα, αυτό μάς οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η νηστεία μπορεί να είναι μια αποτελεσματική παρέμβαση για τον διαβήτη», είπε ο δρ Horne.
Μετά από 10-12 ώρες νηστείας, ο οργανισμός αρχίζει να αναζητά άλλες πηγές ενέργειας σε όλο το σώμα, προκειμένου να διατηρηθεί. Το όφελος για τους προδιαβητικούς είναι πως επειδή το σώμα νηστεύει αυτό αναιρεί το αποτέλεσμα της αντίστασης στην ινσουλίνη.
Αντίσταση στην ινσουλίνη έχουμε όταν η παραγωγή ινσουλίνης γίνεται τόσο υψηλή ώστε το πάγκρεας δεν μπορεί πλέον να παράγει τα απαιτούμενα για το σώμα επίπεδα ινσουλίνης, γεγονός που προκαλεί αύξηση του σακχάρου στο αίμα.
«Τα ίδια τα λιποκύτταρα είναι ο κύριος συντελεστής για την αντίσταση στην ινσουλίνη, που μπορεί να οδηγήσει σε διαβήτη. Επειδή η νηστεία μπορεί να βοηθήσει να εξαλειφθούν και να σπάσουν τα λιπώδη κύτταρα η αντίσταση στην ινσουλίνη μπορεί να ματαιωθεί από τη νηστεία», λέει ο δρ Ηorne.
Παρά το γεγονός ότι η νηστεία μπορεί να προστατεύσει από τον διαβήτη, ο δρ Horne υπενθυμίζει ότι είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου ότι η νηστεία δεν επιτυγχάνεται εν μία νυκτί. Προσθέτει ότι θα χρειαστεί μελέτη σε βάθος για να καθοριστεί ποιο είναι το βέλτιστο χρονικό διάστημα και η συχνότητα της νηστείας για τους προδιαβητικούς.
«Η νηστεία έχει τη δυνατότητα να γίνει μια σημαντική παρέμβαση για τον διαβήτη. Αν και έχουμε μελετήσει τη νηστεία και τα οφέλη της για την υγεία του εδώ και χρόνια, δεν γνωρίζαμε γιατί η νηστεία μπορεί να παρέχει τα οφέλη για την υγεία που παρατηρήσαμε σχετικά με τον κίνδυνο του διαβήτη», καταλήγει.
Διαβάστε επίσης: