Καρκίνος του παχέος εντέρου: Συμπτώματα, πρόληψη και θεραπεία
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι η τρίτη πιο συχνά διαγνώσιμη ασθένεια σε άνδρες και γυναίκες και έχει πολύ υψηλά ποσοστά θνησιμότητας, ωστόσο αν διαγνωστεί νωρίς είναι ιάσιμος.
Αυτός ο τύπος καρκίνου εμφανίζεται όταν ανώμαλα κύτταρα αναπτύσσονται στα τοιχώματα του παχέος εντέρου (κόλον) ή του ορθού.
Μάθετε ποιες ομάδες πληθυσμού αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου, ποια είναι τα συμπτώματα, πώς ανιχνεύεται και ποιες είναι οι σύγχρονες θεραπείες για τον καρκίνο του παρέος εντέρου.
Aνάπτυξη του καρκίνου του παχέος εντέρου
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου ξεκινά συχνά ως πολύποδας -καλοήθης όγκος στην εσωτερική επιφάνεια του παχέος εντέρου. Οι δύο πιο κοινοί τύποι πολύποδα του εντέρου είναι τα αδενώματα και οι υπερπλαστικοί πολύποδες. Αναπτύσσονται όταν υπάρχουν λάθη στον τρόπο που τα κύτταρα αναπτύσσονται και επιδιορθώνονται στο εσωτερικό του παχέος εντέρου. Οι περισσότεροι πολύποδες παραμένουν καλοήθεις, αλλά μερικοί έχουν τη δυνατότητα να μετατραπούν σε καρκινικούς. Η αφαίρεσή τους αποτρέπει τον πρόωρο καρκίνο του εντέρου.
Ανεξέλεγκτοι παράγοντες κινδύνου
Ο κίνδυνος καρκίνου του παχέος εντέρου εξαρτάται από την κληρονομικότητα και τον τρόπο ζωής. Οι παράγοντες που δεν μπορείτε να ελέγξετε περιλαμβάνουν:
* Ηλικία – οι περισσότεροι ασθενείς είναι ηλικίας άνω των 50
* Πολύποδας ή φλεγμονώδης νόσος του εντέρου
* Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του παχέος εντέρου
* Ιστορικό καρκίνου των ωοθηκών ή του μαστού
Ελεγχόμενοι παράγοντες κινδύνου
Μερικοί παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου είναι υπό τον έλεγχό σας, όπως:
* Δίαιτα υψηλή σε κόκκινο ή επεξεργασμένο κρέας ή κρέατα που μαγειρεύονται σε υψηλές θερμοκρασίες
* Το υπερβολικό βάρος (περίσσεια λίπους γύρω από τη μέση)
* Σωματική δραστηριότητα
* Κάπνισμα και κατανάλωση αλκοόλ
Προειδοποιητικά σημάδια
Συνήθως δεν υπάρχουν προειδοποιητικά σημάδια καρκίνου του παχέος εντέρου. Για το λόγο αυτό είναι σημαντικό να κάνετε τον έλεγχο, καθώς όσο πιο νωρίς γίνει η ανίχνευσή του, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες ίασης. Καθώς η νόσος εξελίσσεται, οι ασθενείς μπορεί να παρατηρήσουν αίμα στα κόπρανα, κοιλιακό άλγος, μια αλλαγή στις συνήθειες του εντέρου (όπως δυσκοιλιότητα ή διάρροια), ανεξήγητη απώλεια βάρους, ή κόπωση. Μέχρι τη στιγμή που αυτά τα συμπτώματα θα εμφανιστούν, οι όγκοι θα έχουν γίνει μεγαλύτεροι και θα είναι δυσκολότερο να θεραπευτούν.
Προσυμπτωματικός έλεγχος
Επειδή ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι κρυφός, οι απεικονίσεις είναι το κλειδί για την έγκαιρη διάγνωση. Ξεκινώντας από την ηλικία των 50 ετών οι άνθρωποι θα πρέπει να υποβάλλονται σε κολονοσκόπηση κάθε 10 χρόνια. Αυτή η διαδικασία χρησιμοποιεί μια μικροσκοπική κάμερα για να εξετάσει το σύνολο του παχέος εντέρου και του ορθού. Οι εξετάσεις αυτές δεν πρέπει να γίνονται μόνο για να βρεθούν νωρίς τυχόν όγκοι, αλλά και για να αποτραπεί ο καρκίνος του παχέος εντέρου με την αφαίρεση πολυπόδων.
Εικονική κολονοσκόπηση
Μια νέα εναλλακτική λύση για κολονοσκόπηση χρησιμοποιεί εικόνες αξονικού τομογράφου για να κατασκευάσει ένα τρισδιάστατο μοντέλο του παχέος εντέρου. Ονομάζεται εικονική κολονοσκόπηση και είναι μια διαδικασία που μπορεί να αποκαλύψει πολύποδες ή άλλες ανωμαλίες, χωρίς να τοποθετήσετε κάμερα μέσα στο σώμα σας. Το κύριο μειονέκτημα είναι πως αν βρεθούν πολύποδες, θα χρειαστεί η πραγματική κολονοσκόπηση για να τους αφαιρέσετε και να τους αξιολογήσετε.
Ακτίνες Χ του παχέος εντέρου
Οι ακτίνες Χ του παχέος εντέρου γίνονται χρησιμοποιώντας τον βαριούχο υποκλυσμό, δηλαδή το γέμισμα του παχέος εντέρου με ένα λευκό υγρό που περιέχει σκιαγραφικό βάριο που επιτρέπει στον γιατρό να δει στο εσωτερικό του παχέος εντέρου και του ορθού και ανιχνεύει πολύποδες, όγκους και αλλαγές στον εντερικό ιστό. Οπως και στην εικονική κολονοσκόπηση, τυχόν ανωμαλίες που εμφανίζονται στις ακτίνες Χ, θα πρέπει να εξεταστούν με μια συμβατική κολονοσκόπηση.
Διάγνωση
Αν ο έλεγχος αποκαλύψει πιθανό όγκο, το επόμενο βήμα είναι η βιοψία. Κατά την κολονοσκόπηση, ο γιατρός θα αφαιρέσει πολύποδες και θα πάρει δείγματα ιστών από οποιοδήποτε μέρος του παχέος εντέρου μοιάζει να έχει ασυνήθιστη όψη. Αυτός ο ιστός εξετάζεται κάτω από ένα μικροσκόπιο, για να καθοριστεί εάν είναι ή όχι καρκινικός.
Τα στάδια του καρκίνου του παχέος εντέρου
Εάν εντοπιστεί καρκίνος θα αξιολογηθεί σε «στάδια», μια διαδικασία που σκοπό έχει να ανακαλύψει πόσο πολύ έχει εξαπλωθεί. Το μέγεθος του όγκου μπορεί να μη σχετίζεται με το στάδιο του καρκίνου. Η σταδιοποίηση επιτρέπει επίσης στο γιατρό να καθορίσει το είδος της θεραπείας που πρέπει να ακολουθηθεί.
Στάδιο 0: Ο καρκίνος βρίσκεται μόνο στο εσωτερικό τοίχωμα του παχέος εντέρου ή του ορθού.
Στάδιο Ι: Ο καρκίνος δεν έχει εξαπλωθεί πέρα από το εσωτερικό τοίχωμα του παχέος εντέρου ή του ορθού.
Στάδιο ΙΙ: Ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί στο στρώμα των μυών του παχέος εντέρου ή του ορθού.
Στάδιο III: Ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί σε έναν ή περισσότερους λεμφαδένες στην περιοχή.
Στάδιο IV: Ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί σε άλλα μέρη του σώματος, όπως το ήπαρ, οι πνεύμονες και τα οστά. Αυτό το στάδιο δεν εξαρτάται από το πόσο βαθιά έχει διεισδύσει ο όγκος, ή εάν η ασθένεια έχει εξαπλωθεί στους λεμφαδένες κοντά στον όγκο.
Ποσοστά επιβίωσης
Οι προοπτικές για την ανάρρωση εξαρτώνται από το στάδιο του καρκίνου, με τα υψηλότερα στάδια βεβαίως να σημαίνουν πως η κατάσταση είναι πιο σοβαρή. Το πενταετές ποσοστό επιβίωσης αναφέρεται στο ποσοστό των ασθενών που ζουν τουλάχιστον πέντε χρόνια μετά τη διάγνωση. Το στάδιο Ι έχει 74% πενταετές ποσοστό επιβίωσης, ενώ στο στάδιο IV το ποσοστό αυτό είναι μόλις 6%.
Εγχείρηση του παχέος εντέρου
Σε όλα τα στάδια, εκτός από το τελευταίο, η συνήθης θεραπεία είναι η χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση του όγκου και των γύρω ιστών. Στην περίπτωση μεγαλύτερων όγκων, μπορεί να είναι αναγκαίο να αφαιρεθεί ένα ολόκληρο τμήμα του παχέος εντέρου ή του ορθού. Τα καλά νέα είναι πως η χειρουργική επέμβαση έχει ένα πολύ υψηλό ποσοστό θεραπείας στα πρώιμα στάδια. Αν ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί στο ήπαρ, τους πνεύμονες ή άλλα όργανα, η χειρουργική επέμβαση δεν είναι βέβαιο ότι προσφέρει θεραπεία, αλλά η αφαίρεση των πρόσθετων όγκων, όταν αυτό είναι δυνατό, μπορεί να μειώσει τα συμπτώματα.
Θεραπεία προχωρημένου καρκίνου του παχέος εντέρου
Οταν ο καρκίνος του παχέος εντέρου έχει εξαπλωθεί σε έναν ή περισσότερους λεμφαδένες (στάδιο ΙΙΙ) μπορεί μερικές φορές να θεραπευτεί. Η θεραπεία συνήθως περιλαμβάνει ένα συνδυασμό χειρουργικής επέμβασης, ακτινοβολίας και χημειοθεραπείας. Αν ο καρκίνος επανέλθει μετά την αρχική θεραπεία ή εξαπλωθεί σε άλλα όργανα, γίνεται πολύ δύσκολο να θεραπευτεί. Αλλά οι ακτινοβολίες και η χημειοθεραπεία μπορούν να ανακουφίσουν τα συμπτώματα και ακόμα να βοηθήσουν τους ασθενείς να ζήσουν περισσότερο.
Αντιμέτωποι με τη χημειοθεραπεία
Η χημειοθεραπεία έχει διανύσει πολύ δρόμο από τα πρώτα χρόνια εφαρμογής της μέχρι σήμερα. Τα νεότερα φάρμακα είναι λιγότερο πιθανό να προκαλέσουν πρόβλημα στο στομάχι, όπως συνέβαινε παλιά, ενώ υπάρχουν επίσης φάρμακα και για τον έλεγχο της ναυτίας, αν αυτή προκληθεί. Οι κλινικές δοκιμές συνεχίζουν την αναζήτηση φαρμάκων για τη χημειοθεραπεία που να είναι πιο αποτελεσματικά και ανεκτά.
Η καυτηρίαση με ραδιοσυχνότητες
Η καυτηρίαση με ραδιοσυχνότητες (RFA) χρησιμοποιεί την έντονη θερμότητα για να κάψει τους όγκους. Καθοδηγούμενος από έναν αξονικό τομογράφο, ο γιατρός εισάγει μια βελόνα από μια συσκευή που παράγει άμεσα θερμότητα σε έναν όγκο και τη γύρω απ’ αυτόν περιοχή. Αυτή η μέθοδος προσφέρει μια εναλλακτική λύση για την καταστροφή των όγκων που δεν μπορούν να αφαιρεθούν χειρουργικά. Σε ασθενείς με περιορισμένο αριθμό μεταστάσεων του ήπατος που δεν μπορούν να αφαιρεθούν με χειρουργική επέμβαση, η χημειοθεραπεία σε συνδυασμό με την καυτηρίαση με ραδιοσυχνότητες είναι η ενδεδειγμένη λύση για την καταστροφή του όγκου.
Πρόληψη
Υπάρχουν βήματα που μπορείτε να ακολουθήσετε για να μειώσετε δραστικά τις πιθανότητες να αναπτύξετε καρκίνο του παχέος εντέρου. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η υγιεινή διατροφή, η άσκηση και ο έλεγχος του σωματικού λίπους θα μπορούσε να αποτρέψει μέχρι και το 45% των καρκίνων του παχέος εντέρου. Μια διατροφή χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, που περιλαμβάνει πολλές φυτικές ίνες και τουλάχιστον πέντε μερίδες φρούτων και λαχανικών την ημέρα θα ήταν ιδανική.