Ο πολύς ύπνος βλάπτει… και ο λίγος επίσης…

Ο ύπνος είναι εξίσου σημαντικός για τον οργανισμό με τη διατροφή και την άσκηση και ο τρόπος αλλά και οι ώρες που κοιμάται κανείς βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση με την κατάσταση της υγείας του.

Αυτό διαπιστώνει νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο περιοδικό Sleep, σύμφωνα με την οποία τόσο οι λίγες όσο και οι πολλές ώρες ύπνου μπορούν να συνδεθούν με χρόνιες παθήσεις όπως η καρδιακή νόσος και ο διαβήτης.

«Λέμε συνήθως ότι αν κοιμάται κάποιος λίγες ώρες κάνει κακό στην υγεία του. Εξίσου κακό, όμως, στην υγεία κάνει και ο πολύωρος ύπνος. Το να κοιμάται κανείς πολύ δεν σημαίνει ότι κοιμάται απαραιτήτως και καλά. Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι τόσο η ποιότητα όσο και η ποσότητα του ύπνου έχουν επιπτώσεις στην υγεία. Το πότε και πώς κοιμάστε είναι εξίσου σημαντικό με το πόσο και πώς τρώτε ή με το πόσο και πώς ασκείστε», λέει ο Δρ Safwan Badr, πρόεδρος της Αμερικανικής Ακαδημίας Ιατρικής Υπνου.

Οι ενήλικες θα πρέπει να στοχεύουν τις επτά έως εννέα ώρες ύπνου κάθε βράδυ, προκειμένου να έχουν οφέλη για την υγεία τους από τον ύπνο, σύμφωνα με τον Badr.

Στη μελέτη πήραν μέρος 54.000 Αμερικανοί ηλικίας 45 ετών και άνω από 14 πολιτείες των ΗΠΑ. Περίπου το ένα τρίτο απ’ αυτούς κοιμόντουσαν λιγότερο από έξι ώρες κάθε βράδυ, το 4% κοιμόταν για πάνω από 10 ώρες, ενώ το 64% κοιμόταν από επτά έως εννέα ώρες.

Σε σύγκριση με όσους κοιμόντουσαν έξι με εννέα ώρες, όσοι κοιμόντουσαν λιγότερο (κάτω από έξι ώρες κάθε βράδυ) είχαν διπλάσιο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου και εμφράγματος του μυοκαρδίου, είχαν αυξημένο κατά 67% κίνδυνο συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας, ενώ ήταν πιθανό να αναπτύξουν καρκίνο, παχυσαρκία και ψυχολογικές διαταραχές.

Αντίστοιχα, σε εκείνους που κοιμόντουσαν πολύ (δέκα ώρες και πάνω) διπλασιάστηκε ο κίνδυνος στηθάγχης και αυξήθηκε κατά 19% ο κίνδυνος στεφανιαίας νόσου, ενώ και ο κίνδυνος διαβήτη ήταν ακόμα μεγαλύτερος.

Η συν-συγγραφέας της μελέτης, Janet Croft, ανώτερη επιδημιολόγος στο Αμερικανικό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων είπε πως η σχέση μεταξύ ανθυγιεινής διάρκειας του ύπνου και των χρόνιων παθήσεων εξηγείται εν μέρει από τις ψυχολογικές καταστάσεις και την παχυσαρκία.

«Οι ασθένειες του ύπνου, όπως η υπνική άπνοια και η αϋπνία συμβαίνουν σε άτομα με χρόνιες παθήσεις και μπορεί να εμποδίσουν την ικανότητα του ατόμου να κοιμηθεί ήσυχο. Γι’ αυτό αν όταν ξυπνάτε, αντί να αισθάνεστε ξεκούραστοι, νοιώθετε εξαντλημένοι, θα πρέπει να συζητήσετε με έναν γιατρό για να διαπιστώσετε αν  υπάρχει κάποιο πρόβλημα ύπνου. Εάν διαγνωσθείτε με μία ασθένεια ύπνου, η θεραπεία θα μπορούσε να βελτιώσει σημαντικά τόσο τα συμπτώματα της νόσου, όσο και την ποιότητα της ζωής σας», τονίζει χαρακτηριστικά.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει