Οι όγκοι του εγκεφάλου είναι πιο συχνοί στους άνδρες και συχνά είναι πιο επιβλαβείς από παρόμοιους όγκους στους εγκεφάλους γυναικών, σύμφωνα με μελέτη της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον.
Για παράδειγμα, το γλοιοβλάστωμα, ο πιο συχνός κακοήθης όγκος του εγκεφάλου εντοπίζεται δύο φορές πιο συχνά στους άνδρες, που πάσχουν από μεγαλύτερες γνωστικές διαταραχές απ’ ό,τι οι γυναίκες και δεν επιβιώνουν για το ίδιο χρονικό διάστημα με αυτές, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό The Journal of Clinical Investigation.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η πρωτεΐνη ρετινοβλαστώματος (RB), μια πρωτεΐνη που είναι γνωστό ότι μειώνει τον κίνδυνο του καρκίνου, είναι σημαντικά λιγότερο δραστική στα εγκεφαλικά κύτταρα των ανδρών απ’ ό,τι στα εγκεφαλικά κύτταρα των γυναικών.
«Αυτή είναι η πρώτη φορά που εντοπίζεται μια διαφορά σε σχέση με τα δύο φύλα που να επηρεάζει τον κίνδυνο καρκίνου, που είναι εγγενής στα κύτταρα κι αυτό είναι πολύ συναρπαστικό. Αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν ότι πρέπει να πάμε πίσω και να δούμε τις πολλαπλές οδούς που συνδέονται με τον καρκίνο και να ελέγξουμε τις διαφορές των δύο φύλων. Οι διακρίσεις με βάση το φύλο σε επίπεδο κυττάρων δεν επηρεάζουν μόνο τον κίνδυνο εμφάνισης του καρκίνου, αλλά και την αποτελεσματικότητα των θεραπειών», λέει ο δρ Joshua Rubin, κύριος συγγραφέας της μελέτης.
«Στις κλινικές δοκιμές συνήθως εξετάζουμε τα στοιχεία από άνδρες και γυναίκες μαζί και αυτό θα μπορούσε να συγκαλύψει τυχόν θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα που περιορίζονται στο ένα φύλο. Τουλάχιστον, τώρα θα πρέπει να σκεφτούμε πως πρέπει να αναλύουμε τα δεδομένα των δύο φύλων στις κλινικές δοκιμές ξεχωριστά», συμπληρώνει ο Rubin που είναι αναπληρωτής καθηγητής Παιδιατρικής, Νευρολογίας, Ανατομίας και Νευροβιολογίας.
Οι επιστήμονες έχουν εντοπίσει ασθένειες σχετικές με τα δύο φύλα που μπορεί να έχουν διαφορετικούς ρυθμούς σε άνδρες και γυναίκες ή να προκαλέσουν συμπτώματα που διαφέρουν ανάλογα με το φύλο. Οι διακρίσεις αυτές συχνά συνδέονται με τις ορμόνες του φύλου, πολλές από τις οποίες δημιουργούνται και διατηρούνται, αλλά όχι σε όλες τις βιολογικές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων.
Ομως, ο Rubin και οι συνεργάτες του γνώριζαν ότι οι ορμόνες των φύλων δεν θα μπορούσαν να εξηγήσουν τις διαφορές στον κίνδυνο ανάπτυξης όγκου στον εγκέφαλο.
«Ο κίνδυνος εμφάνισης όγκων στον εγκέφαλο των ανδρών παραμένει υψηλότερος σε όλη τη διάρκεια της ζωής, παρά τις σημαντικές αλλαγές παραγωγής ορμονών σε άνδρες και γυναίκες που συνδέονται με την ηλικία. Εάν οι ορμόνες του φύλου είχαν προκαλέσει αυτό το αποτέλεσμα, θα βλέπαμε σημαντικές αλλαγές στους δείκτες των όγκων των εγκεφάλων σε αγόρια και κορίτσια κατά την εφηβεία. Αλλά δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο ούτε νωρίς, ούτε αργότερα, όταν η εμμηνόπαυση επιφέρει αλλαγές στην παραγωγή των γυναικείων ορμονών του φύλου».
Ο Rubin χρησιμοποίησε ένα μοντέλο κυττάρων γλοιοβλαστώματος για να αποδείξει ότι είναι πιο εύκολο για τα εγκεφαλικά κύτταρα των ανδρών να γίνουν όγκοι. Μετά από μια σειρά γενετικών αλλαγών και έκθεσης σε έναν παράγοντα ανάπτυξης, τα εγκεφαλικά κύτταρα των ανδρών μετατράπηκαν σε καρκινικά ταχύτερα και με μεγαλύτερη συχνότητα απ’ ό,τι το έκαναν τα εγκεφαλικά κύτταρα των γυναικών.
Σε πειράματα σχεδιασμένα για να εντοπιστούν οι λόγοι για τις διαφορές των κυττάρων αρσενικών και θηλυκών, η ομάδα αξιολόγησε τρία γονίδια για να δει αν ήταν από τη φύση τους λιγότερο ενεργά στα εγκεφαλικά κύτταρα των ανδρών. Τα γονίδια που μελέτησαν -νευροφιμπρομίνη, p53 και RB- κανονικά καταστέλλουν την κυτταρική διαίρεση και την κυτταρική επιβίωση. Εχουν μεταλλαχθεί και απενεργοποιηθεί σε πολλές μορφές καρκίνου.
Οι επιστήμονες βρήκαν πως το ρετινοβλάστωμα (RB) ήταν πιο πιθανό να βρεθεί αδρανοποιημένο στα εγκεφαλικά κύτταρα των ανδρών, απ’ ό,τι στα εγκεφαλικά κύτταρα των γυναικών. Οταν απενεργοποίησαν την πρωτεΐνη ρετινοβλαστώματος (RB) σε θηλυκά εγκεφαλικά κύτταρα, τότε αυτά έγιναν εξίσου ευαίσθητα στην εμφάνιση καρκίνου.
«Υπάρχουν και άλλα είδη όγκων που έχουν διαφορετικούς ρυθμούς με βάση το φύλο, όπως ορισμένες μορφές καρκίνου του ήπατος που είναι πιο συχνοί στους άνδρες. Οσο περισσότερα γνωρίζουμε σχετικά με το γιατί τα ποσοστά καρκίνου διαφέρουν μεταξύ ανδρών και γυναικών θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τους βασικούς μηχανισμούς των ανδρών και των γυναικών απέναντι στον καρκίνο, με αποτέλεσμα να αναζητήσουμε πιο αποτελεσματικές θεραπείες και να πραγματοποιήσουμε πιο κατατοπιστικές κλινικές δοκιμές», καταλήγει ο Rubin.