Πώς ακριβώς γίνεται η εξωσωματική γονιμοποίηση

Η εξωσωματική γονιμοποίηση είναι η γονιμοποίηση των ωαρίων της γυναίκας από τα σπερματοζωάρια του άνδρα, έξω από το σώμα της γυναίκας μέσα σε ένα εργαστήριο. Eίναι δηλαδή μια γονιμοποίηση «in vitro».

Αυτό σημαίνει πως είναι μια γονιμοποίηση «εντός υάλου», όπως είναι η ακριβής μετάφραση της λατινικής αυτής φράσης, επιστημονικός όρος που δηλώνει πως ένα πείραμα, ή έρευνα γίνεται έξω από έναν ζωντανό οργανισμό, στο εργαστήριο μέσα σε ένα τρυβλίο Petri.

Η εξωσωματική (in vitro) γονιμοποίηση είναι μερικές φορές μια βιώσιμη επιλογή για εκείνους που έχουν δυσκολία να συλλάβουν με φυσικό τρόπο. Η κατανόηση της διαδικασίας μπορεί να βοηθήσει τα ζευγάρια που σκέφτονται να προχωρήσουν σε εξωσωματική γονιμοποίηση να αποκτήσουν μια καλύτερη ιδέα για το τι να περιμένουν.

Η διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης συνήθως αρχίζει με τον έλεγχο καθορισμού της καλύτερης δυνατής μεθόδου υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Τόσο η γυναίκα, όσο και ο άνδρας πρέπει να υποβάλλονται σε εξετάσεις για να διαπιστωθούν τυχόν παράγοντες που μπορεί να αναστέλλουν τη φυσική σύλληψη. Η εξωσωματική γονιμοποίηση χρησιμοποιείται συχνά σε περιπτώσεις όπου συμβαίνει ενδομητρίωση, χαμηλός αριθμός σπερματοζωαρίων ή ανεξήγητη υπογονιμότητα.  Εάν οι συμμετέχοντες φαίνεται να είναι καλοί υποψήφιοι για εξωσωματική γονιμοποίηση, μετά από έλεγχο μπορεί να ξεκινήσει η διαδικασία που αποτελείται από πέντε βήματα.

Ολα τα βήματα είναι διαδικασίες σε εξωτερικά ιατρεία. Το πρώτο αφορά την ορμονική διέγερση των ωοθυλακίων των γυναικών, που συνήθως αποτελείται από περίπου 10 ημέρες ενέσεων. Τέσσερα ή πέντε φάρμακα γονιμότητας χορηγούνται στη γυναίκα κατά τη διάρκεια της in vitro διαδικασίας πριν από την εμφύτευση του ωαρίου.

Τα φάρμακα γονιμότητας σκοπό έχουν να προκαλέσουν την ωρίμανση πολλών ωαρίων, αντί για το σύνηθες ένα. Αυτό το βήμα είναι σημαντικό, καθώς όσο περισσότερα ωάρια είναι διαθέσιμα, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα επιτυχούς διαδικασίας. Οι άνδρες μπορούν, επίσης, να πάρουν φάρμακα που βοηθούν στη μείωση του βακτηριακού περιεχομένου του σπερματικού υγρού, μειώνοντας έτσι τις πιθανότητες μόλυνσης και αυξάνοντας τις πιθανότητες παραγωγής υγιέστερου σπέρματος.

Οταν τα ωάρια ωριμάσουν συλλέγονται με διακολπική παρακέντηση των ωοθυλακίων με συνεχή υπερηχογραφικό έλεγχο. Για να συλλεχθούν χρησιμοποιείται ειδική βελόνα παρακέντησης και η όλη διαδικασία διαρκεί 30 με 40 λεπτά. Πρόκειται για μια απλή διαδικασία που γίνεται υπό την επήρεια ενός πολύ ήπιου ηρεμιστικού. Σε σπάνιες περιπτώσεις γίνεται λαπαροσκοπική χειρουργική επέμβαση, που περιλαμβάνει μια μικρή εγχείρηση στην κοιλιακή χώρα που επιτρέπει στους γιατρούς να φτάσουν στις ωοθήκες. Η λαπαροσκοπική συγκομιδή μπορεί να απαιτήσει και κάποιο χρόνο αποκατάστασης. Περίπου στο ίδιο χρονικό διάστημα με τη συλλογή των ωαρίων γίνεται και η συλλογή σπέρματος.

Μετά τη συλλογή τους, τόσο το σπέρμα όσο και τα ωάρια περνούν μια διαδικασία απομάκρυνσης της περίσσειας κυττάρων και υγρών, προκειμένου να καταστεί ευκολότερη η γονιμοποίηση.

Στο εργαστήριο, τα ωάρια και το σπέρμα επωάζονται μαζί για περίπου 18 ώρες. Εάν είναι απαραίτητο το σπέρμα μπορεί να εγχυθεί απευθείας στο ωάριο. Εάν συμβεί γονιμοποίηση, τα επιτυχώς γονιμοποιημένα ωάρια τοποθετούνται σε ένα ειδικό μέσο ανάπτυξης, όπου παραμένουν για περίπου 24 ώρες ή μέχρις ότου φθάσουν σε ένα στάδιο 6 έως 8 κυττάρων. Κατόπιν εμφυτεύονται πίσω στη μήτρα της γυναίκας μέσα σε μία εβδομάδα έμβρυα με την υψηλότερη ποιότητα, γενικά όχι περισσότερα από τέσσερα, με τη βοήθεια ενός λεπτού πλαστικού καθετήρα που εισάγει ο γιατρός μέσω του κόλπου και του τραχήλου με την ελπίδα ότι τουλάχιστον ένα απ’ αυτά θα εμφυτευθεί στο τοίχωμα της μήτρας και θα αρχίσει να μεγαλώνει.

Κατά τη διάρκεια της περιόδου αναμονής για να διαπιστωθεί αν το έμβρυο έχει εμφυτευτεί, μια γυναίκα μπορεί να λάβει μια ορμόνη, την προγεστερόνη. Περίπου δύο εβδομάδες μετά την εμβρυομεταφορά, μια εξέταση αίματος θα καθορίσει αν η διαδικασία ήταν επιτυχής.

Η εξωσωματική γονιμοποίηση μπορεί να είναι αρκετά απογοητευτική και αγχωτική για πολλούς ανθρώπους, ειδικά για εκείνους που έχουν εξαντληθεί από άλλους τύπους θεραπειών. Τα ποσοστά επιτυχίας για την εξωσωματική διαδικασία είναι αρκετά χαμηλά, συνήθως όχι πάνω από 30%, πράγμα που σημαίνει πως κάποιοι άνθρωποι θα υποχρεωθούν να περάσουν από πολλούς γύρους της συγκεκριμένης διαδικασίας.

Πολλοί παράγοντες επηρεάζουν τα ποσοστά επιτυχίας της, όπως η ηλικία του ασθενούς, η ποιότητα του σπέρματος και των ωαρίων, η αναπαραγωγική ηλικία, η διάρκεια της υπογονιμότητας, καθώς και διάφορες ιατρικές καταστάσεις. Επειδή μεταφέρονται πολλαπλά έμβρυα συχνά συμβαίνουν πολλαπλές γεννήσεις, γι’ αυτό η γέννηση διδύμων δεν είναι κάτι ασυνήθιστο στην εξωσωματική γονιμοποίηση.

Μερικά ζευγάρια αποφασίζουν να παγώσουν τα έμβρυα που δημιουργούνται, αλλά δεν μεταφέρονται κατά τη διάρκεια της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Τα έμβρυα μπορούν να επιβιώσουν σε υγρό άζωτο. Αλλα ζευγάρια επιλέγουν να απορρίψουν τυχόν αχρησιμοποίητα έμβρυα.

Παρά τις σχετικά μικρές πιθανότητες επιτυχίας, πρόκειται για μια επαναστατική τεχνολογία που παρέχει ένα μέσο σύλληψης για πολλούς ανθρώπους που δεν είναι σε θέση να συλλάβουν με φυσικό τρόπο. Για εκείνους που επιθυμούν πραγματικά να αποκτήσουν βιολογικά παιδιά, το άγχος και η απογοήτευση μπορεί να αξίζουν τον κόπο με την ελπίδα της επιτυχίας της μεθόδου, ώστε να κρατήσουν επιτέλους στην αγκαλιά τους το δικό τους παιδί.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει