Οι περισσότεροι άνθρωποι μεταφέρουν ιστορικά αρχεία στο DNA τους με ενδείξεις για το πώς ακριβώς άτομα από γενετικά διακριτές ομάδες αναμείχθηκαν μεταξύ τους κατά τη διάρκεια των τελευταίων 4.000 χρόνων.
Αυτό είναι το συμπέρασμα μελέτης που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Science.
Οι ερευνητές ξεκίνησαν να εντοπίζουν ποιες ομάδες πληθυσμών αναμείχθηκαν κατά τη διάρκεια τελευταίων 4.000 ετών με τη χρήση του σύγχρονου DNA, επειδή πίστευαν πως αυτή η πληροφορία θα μπορούσε να συμπληρώσει άλλα ιστορικά αρχεία.
«Τα αποτελέσματα υποδεικνύουν πως το DNA είναι πράγματι ένα ισχυρό μέσο για την ανακατασκευή της ιστορίας, η οποία στη συνέχεια μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον εντοπισμό της γενετικής κληρονομιάς και να επιβεβαιώσει γεγονότα για τα οποία υπάρχει λιγότερο σαφές ιστορικό πλαίσιο», τόνισαν οι συντάκτες της μελέτης, Garrett Hellenthal και Simon Myers.
Οι επιστήμονες δημιούργησαν έναν διαδραστικό χάρη προβάλλοντας τα ευρήματά τους (μπορείτε να τον εξερευνήσετε λεπτομερώς στην ιστοσελίδα τους).
Ο τεχνικός όρος για τους ανθρώπους που προέρχονται από γενετικά διαφορετικές ομάδες και έκαναν μωρά, είναι «γενετική ανάμειξη». Αυτό έχει συμβεί σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας, όταν οι άνθρωποι μετανάστευαν σε μια νέα γεωγραφική περιοχή, όπου ήδη ζούσαν άλλοι άνθρωποι.
Οι ερευνητές λένε ότι έχουν υπάρξει πολλές τέτοιες προσμείξεις μεταξύ ανθρώπων από πληθυσμούς που χωρίζονταν από χιλιάδες μίλια. Μερικές φορές οι πληθυσμοί αυτοί μπορεί να είναι ο ένας δίπλα στον άλλο και να έχουν ξεχωριστή καταγωγή και ιστορία.
Στο DNA κάθε ανθρώπου περιέχονται γενετικά τμήματα που έχουν κληρονομηθεί από τις ομάδες που έχουν αναμειχθεί στο παρελθόν. Οι ερευνητές μπορούν να εξετάσουν αυτές τις «υπογραφές» και να βρουν σημαντικά ιστορικά στοιχεία για τις προσμείξεις των πληθυσμών.
Οσο περισσότερος χρόνος έχει περάσει από την γενετική ανάμειξη, τόσο μικρότερα είναι τα τμήματα του DNA που έχουν κληρονομηθεί από τις αρχικές ομάδες. Αυτό συμβαίνει επειδή στο μεταξύ υπάρχουν κι άλλες γενεές και έχει γίνει νέος ανασχηματισμός του γενετικού υλικού σε κάθε γενιά.
Υπάρχουν, ωστόσο, κάποιοι περιορισμοί στη μέθοδο. Οταν η γενετική ανάμειξη περιλαμβάνει περισσότερες από τρεις ομάδες, οι ερευνητές δεν μπορούν να αναγνωρίσουν αυτά τα συγκεκριμένα γεγονότα. Επίσης, έχουν περιορισμό στο πόσο καλά μπορούν να εκτιμηθούν αυτά τα γεγονότα ή άλλα παρόμοια, σε ομάδες που διασταυρώθηκαν πολλές φορές στην ιστορία της γενετικής ομάδας ενός απογόνου.

Οι ερευνητές εξέτασαν γενετικό σύνολο δεδομένων από 1.490 άτομα που προέρχονται από 95 γενετικά διακριτές ομάδες σε όλο τον κόσμο. Το λογισμικό τους ήταν σε θέση να περιγράψει τα γενετικά συμβάντα ανάμειξης που χρονολογούνται στα τελευταία 4.500 χρόνια.
Η επέκταση της αυτοκρατορίας των Μογγόλων, η οποία πραγματοποιήθηκε την περίοδο 1206-1368, φαίνεται πως είχε μεγάλη επιρροή σε πολλούς πληθυσμούς στην Ευρώπη και την Ασία, κάτι που άλλωστε έχει υποστηριχθεί και από προγενέστερες μελέτες. Ο Τζένγκις Χαν και ο στρατός του ξεκίνησαν αυτό το μνημειώδες ιστορικό γεγονός που επηρέασε επτά πληθυσμούς που περιελήφθησαν στην συγκεκριμένη μελέτη.
Η αραβική επέκταση και το εμπόριο των σκλάβων, που ξεκίνησε από τον 7ο αιώνα, είχε επίσης μεγάλη γενετική επίδραση σε πολλές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων από όλη τη Μεσόγειο, την Αραβική Θάλασσα και τον Περσικό Κόλπο. Τα ευρήματα της μελέτης συμφωνούν με αυτό το ιστορικό χρονοδιάγραμμα, αλλά δείχνουν ότι οι υποσαχάριοι Αφρικανοί και οι Μαροκινοί αναμείχθηκαν νωρίτερα.
Μια ομάδα που ονομάζεται Καλάς, από το Πακιστάν, φαίνεται να προέρχεται από ένα γεγονός ανάμειξης που συνέβη κάποια στιγμή πριν από το 206 π.Χ., όταν άνθρωποι από μια ευρωπαϊκή ομάδα συνδέθηκαν με μία από την Κεντρική/Νότια Ασία. Οι ερευνητές λένε πως οι Καλάς είναι γεωγραφικά απομονωμένοι, έχουν καταγωγή από τα βουνά Hindu Kush και αυτός είναι ο λόγος που δεν παρουσιάζουν πρόσφατες γενετικές υπογραφές. Η τοπική παράδοση λέει ότι οι Καλάς κατάγονται από τον στρατό του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κάτι που η νέα μελέτη δεν αποκλείει, δεδομένου ότι το χρονικό διάστημα της εκδήλωσης ανάμειξης συμφωνεί με τους δικούς της υπολογισμούς.
«Προσπαθήσαμε να αφήσουμε τις γενετικές πληροφορίες να “μιλήσουν” σ’ αυτή τη μελέτη, αλλά η μελλοντική ερμηνεία των σημάτων -ιδιαίτερα σε μελέτες παρακολούθησης των συγκεκριμένων περιοχών- θα επωφεληθεί από την εμπειρογνωμοσύνη ιστορικών, γλωσσολόγων και άλλων ειδικών», λένε οι ερευνητές.
Ορισμένες ομάδες παρουσίασαν γενετικές ενδείξεις που οι ερευνητές ήταν σε θέση να ερμηνεύσουν με ακρίβεια. Για παράδειγμα, το γενετικό υλικό του γαλλικού λαού παρουσιάζει μια ανάμειξη, μεταξύ βόρειων και νότιων Ευρωπαίων και Βόρειας Αφρικής, μεταξύ 785 και 1.385 χρόνων πριν, αλλά το ίδιο το γεγονός είναι ακόμα ασαφές.
Οι ερευνητές δεν ήταν σε θέση να πάρουν τα σήματα ορισμένων καθιερωμένων ιστορικών προσμίξεων, όπως η μετανάστευση στο Ηνωμένο Βασίλειο από βορειοευρωπαϊκές ομάδες, λόγω του μικρού μεγέθους δείγματος.
Είναι πιθανό, επίσης, η μετάλλαξη να έχει προκύψει σε δύο πληθυσμούς ανεξάρτητα, αλλά αυτό πιστεύεται ότι είναι ένα σπάνιο γεγονός.
«Αν δύο άτομα μοιράζονταν μια μετάλλαξη, είναι στατιστικά πολύ πιο πιθανό αυτή να συνέβη σε έναν κοινό πρόγονο των δύο ατόμων αντί να προέκυψε ανεξάρτητα στους προγόνους του καθενός απ’ αυτούς», αναφέρουν οι ερευνητές στη μελέτη τους.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν πως, καθώς ο προσδιορισμός της αλληλουχίας σε ολόκληρο το γονιδίωμα βελτιώνεται και αναλύεται και είναι σε θέση να ενσωματώσει περισσότερους ανθρώπους καθώς και αρχαία DNA, μπορεί να επιτευχθεί μια καλύτερη κατανόηση των αρχαίων γεγονότων, όπου υπάρχουν ελάχιστα ή και καθόλου καταγεγραμμένα ιστορικά στοιχεία κι έτσι να εντοπιστούν πολλά πρόσθετα γεγονότα, που θα παρέχουν πιο ακριβή χαρακτηρισμό των γεγονότων απ’ ό,τι είναι σήμερα δυνατόν.
Με τον τρόπο αυτό μπορούν επίσης να υπάρχουν συνέπειες για τη δημόσια υγεία, αφού οι ερευνητές θα μπορούν να εντοπίσουν τους κινδύνους ασθενειών που είναι υψηλότερες σε συγκεκριμένους πληθυσμούς.