Μπορεί οι περισσότεροι να γνωρίζουν το Βotox ως μια θεραπεία κατά των ρυτίδων, ωστόσο νέα έρευνα δείχνει πως η ολοένα αυξανόμενη λίστα των ιατρικών του χρήσεων περιλαμβάνει συχνή, επιτακτική ούρηση και ακράτεια.
Οι επιστήμονες έχουν βρει πως το Βotox (αλλαντική τοξίνη Α), η ίδια τοξίνη που μπορεί να προκαλέσει την απειλητική για τη ζωή τροφική δηλητηρίαση που είναι γνωστή ως «αλλαντίαση», μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη θέση χειρουργικής επέμβασης ή άλλων επεμβατικών θεραπειών για επίμονες περιπτώσεις προβλημάτων ελέγχου της κύστης.
«Πιστεύουμε ότι το Βotox έχει δύο διαφορετικά είδη αποτελεσμάτων στην ουροδόχο κύστη. Το ένα είναι ότι εμποδίζει τις απολήξεις των νεύρων που πηγαίνουν στους μύες που είναι υπεύθυνοι γα τις συσπάσεις της ουροδόχου κύστης. Το άλλο είναι πως αναστέλλει το οργανοληπτικό αποτέλεσμα, την αίσθηση του επείγοντος και της συχνότητας, που προέρχεται από τον εγκέφαλο. Γι’ αυτό βοηθά με τους ασθενείς που δεν έχουν ακράτεια, αλλά έχουν ενοχλητική συχνότητα ούρησης με έναν επείγοντα χαρακτήρα», λέει η δρ Rose Khavari, ουρολόγος, διευθύντρια έρευνας στο Ιατρικό Κέντρο Methodist στο Χιούστον, που δεν συμμετείχε στην έρευνα.
Δύο μελέτες πρόκειται να παρουσιαστούν στο Ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Ουρολογικής Ενωσης, στο Ορλάντο της Φλόριντα σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα.
Τα τελευταία χρόνια το Botox έχει αποδειχθεί πως είναι χρήσιμο για πολλές παθήσεις, συμπεριλαμβανομένων των χρόνιων ημικρανιών, των σοβαρών μυϊκών σπασμών, της υπερβολικής εφίδρωσης και του στραβισμού. Ο τύπος του Botox που χρησιμοποιείται για προβλήματα ελέγχου της ουροδόχου κύστης είναι ο ίδιος με εκείνον που χρησιμοποιείται για λείανση των ρυτίδων, με τη διαφορά ότι χορηγείται σε όσο το δυνατόν χαμηλότερη ποσότητα, εξηγεί η Khavari.
Η πρώτη μελέτη που χρηματοδοτήθηκε από την κυβέρνηση της Ταϊβάν, συνέκρινε την χρησιμοποίηση της θεραπείας Botox σε ασθενείς με υπερδραστήρια ουροδόχο κύστη, είτε μέσω 20-30 ενέσεων με βελόνα, είτε με μία έγχυση κατευθείαν μέσα στην κύστη με καθετήρα. Οι ασθενείς είχαν ακολουθήσει προηγουμένως μια αποτυχημένη, όπως αποδείχτηκε, φαρμακευτική θεραπεία για την πάθηση, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε ακράτεια από ακούσιες συσπάσεις του μυός της ουροδόχου κύστης.
Τέσσερις εβδομάδες αργότερα, η ενιαία έγχυση Botox (σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο) είχε μειώσει σημαντικά τη συχνουρία και τον επείγοντα χαρακτήρα της, χωρίς την αύξηση του όγκου των ούρων που παραμένει στην κύστη μετά την ούρηση. Για πολλούς ασθενείς η μία και μοναδική ένεση ήταν προτιμότερη από τις δεκάδες ενέσεις, όπως είπε ο συγγραφέας της μελέτης Δρ Μichael Chancellor, διευθυντής της Νευρο-ουρολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ωκλαντ.
«Η ιδέα είναι ότι οι ασθενείς δεν αισθάνονται την ανάγκη να ουρήσουν τόσο πολύ, αλλά στην περίπτωσή μας το Botox δεν παραλύει τους μύες κι έτσι δεν έχουμε τον κίνδυνο της συγκράτησης των ούρων. Είναι υπέροχο ότι το Botox λειτούργησε, αλλά το κλειδί είναι ότι εξαλείφθηκε ο κίνδυνος των παρενεργειών που αφορούσαν τη μυϊκή παράλυση», τόνισε ο Chancellor.
Η δεύτερη μελέτη εξέτασε τη χρήση Botox στη λεγόμενη νευρογενή κύστη, μια κατάσταση κατά την οποία ένα τεκμηριωμένο νευρολογικό νόσημα προκαλεί έλλειψη ελέγχου της κύστης. Τα συμπτώματα εξαρτώνται από την αιτία, αλλά συχνά περιλαμβάνουν ακράτεια.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Κάνσας αξιολόγησαν ιατρικά διαγράμματα, από ασθενείς με πολυανθεκτική νευρογενή κύστη που εξετάστηκαν από το 2003 έως το 2013 και υποβλήθηκαν σε χειρουργική επέμβαση είτε για διεύρυνση της ουροδόχου κύστης τους ή για την αφαίρεσή της και την εκτροπή ούρων σε έναν εξωτερικό σάκο.
Oι επιστήμονες ανέλυσαν το ποσοστό των ασθενών για τους οποίους θα μπορούσε να είχε αντικατασταθεί η επεμβατική χειρουργική επέμβαση με τη θεραπεία του Botox, η οποία εγκρίθηκε το 2011 από την Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA). Από τους 59 ασθενείς, οι 34 υποβλήθηκαν σε χειρουργική επέμβαση ουροδόχου κύστης και 25 υποβλήθηκαν σε θεραπεία με Botox. Ωστόσο, το 62% από τους 34 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε χειρουργική επέμβαση θα είχαν επιλέξει το Botox, όπως είπαν. Η χρήση της τοξίνης εκτιμάται από τους ερευνητές ότι θα μπορούσε να μειώσει ακόμα και σε ποσοστό 50% τον αριθμό των χειρουργικών επεμβάσεων της ουροδόχου κύστης που γίνονται κάθε χρόνο.
Η Khavari είπε ότι αυτή και οι συνάδελφοί της χρησιμοποίησαν το Botox off-label («εκτός ενδείξεων» -η διαδικασία κατά την οποία ένα φάρμακο ή μια συσκευή χρησιμοποιείται πριν εγκριθεί) για τους ασθενείς με νευρογενή κύστη, πριν από την έγκριση του FDA το 2011 και τόνισε πως τα αποτελέσματα της έρευνας επιβεβαίωσαν αυτό που ήδη οι ερευνητές γνώριζαν από την εμπειρία τους.
«Για πολλούς από αυτούς τους ασθενείς, έχει αλλάξει εντελώς τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται τη ζωή τους. Νιώθουν σαν να έχουν τον έλεγχο της ουροδόχου κύστης, αντί να έχει εκείνη τον έλεγχο της ζωής τους, όπως συνέβαινε μέχρι τώρα», επισήμανε.