Οι άνθρωποι που έχουν κλιμάκωση των επιπέδων της υψηλής πίεσης του αίματος στη διάρκεια μιας 25ετούς περιόδου που ξεκινά στα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσης μπορεί να αναπτύξουν αθηροσκλήρωση αργότερα.
Αυτό αναφέρει μελέτη που δημοσιεύεται στο περιοδικό JAMA, σύμφωνα με το οποίο κάτι τέτοιο μπορεί να δημιουργήσει αργότερα σημαντικά καρδιακά προβλήματα.
Η αθηροσκλήρωση προκαλείται όταν πλάκες κατασκευασμένες από λίπος, χοληστερόλη και ασβέστιο συσσωρεύονται στο εσωτερικό των αρτηριών. Αυτή η συσσώρευση πλακών μπορεί να περιορίσει τη ροή του αίματος, γεγονός που θα μπορούσε δυνητικά να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα, ακόμα και θανατηφόρα, όπως η νόσος της καρδιάς ή των αρτηριών.
Επειδή η αθηροσκλήρωση συνήθως δεν προκαλεί συμπτώματα μέχρι να μπλοκάρει μια αρτηρία, πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν ότι έχουν αυτή την κατάσταση, μέχρις ότου προκληθεί μια ιατρική έκτακτη ανάγκη.
Οι ειδικοί γνωρίζουν ότι η υψηλή αρτηριακή πίεση είναι παράγοντας κινδύνου για αθηροσκλήρωση και καρδιακές παθήσεις αν και συνήθως λαμβάνονται υπόψιν από τους γιατρούς μόνο στη μέση ή την μεγαλύτερη ηλικία.
Ομως, πρόσφατες μελέτες έδειξαν πως όσο μεγαλύτερες αλλαγές στην πίεση του αίματος συμβαίνουν σε ένα άτομο με την πάροδο του χρόνου, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει αυτό το άτομο να αναπτύξει καρδιακή νόσο.
Οι ερευνητές πίσω από αυτή τη νέα μελέτη ήθελαν αν δουν αν με βάση τις μετρήσεις της αρτηριακής πίεσης των ανθρώπων με την πάροδο του χρόνου θα μπορούσαν να σχεδιάσουν μια «πορεία» της πίεσης του αίματος που να συνδέεται με την ανάπτυξη αθηροσκλήρωσης και συναφών προβλημάτων της καρδιάς. Αυτή η πορεία θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ένα προειδοποιητικό σημάδι που θα έδειχνε στους γιατρούς ότι ένα άτομο είναι πιθανό να αναπτύξει καρδιακές παθήσεις αργότερα στη ζωή του.
Για τη μέτρηση αυτής της πιθανότητας καρδιακών παθήσεων οι ερευνητές εξέτασαν το ποσό «ασβέστωσης» των στεφανιαίων αρτηριών (CAC) που είναι ο βαθμός στον οποίο η αθηροσκλήρωση έχει επηρεάσει τις αρτηρίες της καρδιάς.
Η μελέτη παρακολούθησε τις αναγνώσεις πίεσης του αίματος από 4.681 άτομα για μια περίοδο 25 ετών, αρχής γενομένης από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, όταν οι άνθρωποι αυτοί ήταν ηλικίας μεταξύ 18-30 ετών.
Από τα δεδομένα που συνέλεξαν μπόρεσαν να ανιχνεύσουν πέντε διακριτές τροχιές αρτηριακής πίεσης. Αυτές ήταν:
* 22% των συμμετεχόντων διατήρησε χαμηλή πίεση του αίματος καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου της μελέτης
* 42% είχαν μέτρια επίπεδα πίεσης του αίματος σε όλη τη μελέτη
* 19% είχαν αρκετά υψηλή πίεση του αίματος καθ’ όλη τη διάρκεια της μελέτης
* 5% ξεκίνησε με υψηλή αρτηριακή πίεση, η οποία αυξήθηκε κατά την περίοδο της μελέτης
Η ομάδα που είχε τα υψηλότερα επίπεδα ασβέστωσης ήταν αυτή των συμμετεχόντων που η αρτηριακή τους πίεση αυξήθηκε κατά την περίοδο της μελέτης. Περίπου το 25% των ανθρώπων αυτών είχαν υψηλή βαθμολογία ασβέστωσης (CAC).
Αντίθετα, στην ομάδα που διατήρησε χαμηλή αρτηριακή πίεση, μόνο το 4% είχε υψηλή βαθμολογία CAC.
H υψηλή αρτηριακή πίεση έχει χρησιμοποιηθεί για να προβλέψει τον κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου και την πιθανότητα θανατηφόρου εμφράγματος του μυοκαρδίου, οπότε οι συγγραφείς πιστεύουν πως τα μοτίβα της πίεσης του αίματος μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθούν μ’ αυτόν τον τρόπο για να προβλεφθεί πώς η αθηροσκλήρωση θα μπορούσε να προκαλέσει επιζήμια για την καρδιά ασβέστωση των στεφανιαίων αρτηριών αργότερα στη ζωή του ατόμου.
«Παρά το γεγονός ότι η πίεση του αίματος είναι ένας πολύ γνωστός παράγοντας για καρδιαγγειακή νόσο εδώ και δεκαετίες, τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι τα μακροπρόθεσμα πρότυπα της αλλαγής της πίεσης του αίματος ξεκινούν στην πρώιμη ενήλικη ζωή, η οποία μπορεί να παρέχει πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τον κίνδυνο ασβέστωσης της στεφανιαίας αρτηρίας. Οι επιπλέον μελέτες θα εξετάσουν τη χρησιμότητα ειδικών διαδρομών της αρτηριακής πίεσης και τη διερεύνηση της επίδρασης που μπορεί να έχει η αλλαγή στον τρόπο ζωής», αναφέρουν οι ερευνητές.