Οταν ένας σύζυγος, σύντροφος ή γονέας πάσχει από χρόνιες ημικρανίες, αυτό το γεγονός έχει μεγάλο αντίκτυπο στις οικογενειακές σχέσεις και δραστηριότητες, καθώς και στη σεξουαλική οικειότητα, διαπιστώνει νέα μελέτη.
Τα αποτελέσματα δεν ήταν έκπληξη για τους ερευνητές του Κέντρου Πονοκεφάλου στο Montefiore στη Νέα Υόρκη, που πραγματοποίησαν την έρευνα επειδή ήθελαν να ποσοτικοποιήσουν το βαθμό στον οποίο επηρεάζονται οι οικογένειες.
«Ακούω από πρώτο χέρι σχετικά με την τραγική επίδραση που έχει η χρόνια ημικρανία σε κάθε πτυχή της ζωής των ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένης της εργασίας και της οικογενειακής ζωής», λέει η Dawn Buse, κλινική ψυχολόγος και διευθύντρια Συμπεριφορικής Ιατρικής στο Montefiore.
Οι άνθρωποι που δεν εμφανίζουν ημικρανίες ή δεν έχουν άτομα στην οικογένειά τους με αυτή την κατάσταση, δεν μπορούν να αντιληφθούν πώς μπορεί να επηρεάσει ολόκληρη την οικογένεια. Είναι πολύ σημαντικό να φέρουμε αυτά τα δεδομένα στο φως για να δείξουμε ότι η χρόνια ημικρανία είναι επαχθής και δύσκολη, όχι μόνο για τους ανθρώπους που ζουν με αυτήν, αλλά και για τους ανθρώπους που αγαπούν».
Ως χρόνια ημικρανία ορίζεται η ημικρανία που διαρκεί για 15 ή και περισσότερες ημέρες το μήνα, σύμφωνα με τους ερευνητές. Μια ημικρανία είναι μία επαναλαμβανόμενη σφύζουσα κεφαλαλγία που προσβάλλει συνήθως τη μία πλευρά του κεφαλιού και συχνά συνοδεύεται από ναυτία και διαταραχές της όρασης.
Για τη μελέτη, οι ερευνητές συνεργάστηκαν με μια εταιρεία ερευνών για να βρουν συμμετέχοντες στη μελέτη με ημικρανία. Η μελέτη περιελάμβανε σχεδόν 1.000 άτομα, συμπεριλαμβανομένων 812 γυναικών, που πληρούσαν τα κριτήρια για τη χρόνια κεφαλαλγία. Αυτοί οι άνθρωποι, μαζί με τους/τις συζύγους και τα παιδιά τους απάντησαν σε ειδικά ερωτηματολόγια μέσω Διαδικτύου.
Τα άτομα με χρόνιες ημικρανίες, δήλωσαν ότι αισθάνονται συχνά ανησυχίες, ενοχές και λύπη για το πώς η κατάστασή τους επηρεάζει εκείνους που αγαπούν, είπε η Buse.
Σχεδόν το 75% των χρόνια πασχόντων από ημικρανία που πήραν μέρος στη μελέτη, είπαν ότι πίστευαν πως θα ήταν καλύτερα αν οι σύζυγοί τους δεν είχαν τις χρόνιες ημικρανίες και σχεδόν το 60% των παιδιών θεωρούσαν πως θα ήταν πολύ καλύτερη η ζωή στο σπίτι τους αν οι γονείς τους δεν ταλαιπωρούνταν από αυτή την κατάσταση.
Επιπλέον, οι περισσότεροι άνθρωποι με ημικρανία αναφέρουν ότι αισθάνονται ένοχοι επειδή εξαιτίας των πονοκεφάλων τους ενοχλούνται, θυμώνουν και εξοργίζονται πιο εύκολα. Η χρόνια ημικρανία έκανε επίσης τους ανθρώπους να επιλέγουν να απέχουν από οικογενειακές δραστηριότητες, όπως οι διακοπές.
Συνολικά, τα άτομα με χρόνιες ημικρανίες έχασαν αρκετές από τις δραστηριότητες της οικογένειας, ενώ παράλληλα μείωσαν τον ποιοτικό χρόνο που περνούσαν με τον/την σύντροφό τους περίπου στις επτά ημέρες το μήνα, σύμφωνα με τη μελέτη.
Οι κρίσεις ημικρανίας επηρεάζουν λιγότερο τις δραστηριότητες των γυναικών
Ενα αποτέλεσμα, ωστόσο, που εγείρει νέα ερωτήματα ήταν το γεγονός ότι οι γυναίκες ανέφεραν χαμηλότερα ποσοστά απουσίας από τις οικογενειακές δραστηριότητες, εξαιτίας της χρόνιας ημικρανίας σε σχέση με τους άνδρες.
Η Buse λέει πως οι γυναίκες μπορεί να επηρεάζονται λιγότερο από τις κρίσεις ημικρανίας συγκριτικά με τους άνδρες ή πως δεν μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά, από τη στιγμή που αναλαμβάνουν περισσότερες οικογενειακές ευθύνες, που δεν μπορούν να μεταβιβαστούν.
«Οι μητέρες και οι γυναίκες μπορεί απλά να αισθάνονται ότι δεν μπορούν να χάσουν ένα οικογενειακό γεγονός ή να αμελήσουν μια ευθύνη, γιατί αισθάνονται πως είναι “στρατιώτες” κι έτσι συνεχίζουν παρά τον εξουθενωτικό πόνο και τα συνοδά συμπτώματα», εξήγησε.
Η μελέτη παρουσιάστηκε στην Αμερικανική Εταιρεία Κεφαλαλγίας στο Λος Αντζελες, αλλά καθώς δεν έχει ακόμα δημοσιευτεί σε κάποιο επιστημονικό περιοδικό, θα πρέπει να θεωρηθεί ως προκαταρκτική.