Αυξημένος ο καρδιαγγειακός κίνδυνος ακόμη και για νεότερους με σοβαρές ψυχικές παθήσεις

Μια πρόσφατη αμερικανική επιστημονική μελέτη επισημαίνει ότι τα άτομα με σοβαρές ψυχικές παθήσεις, όπως η διπολική διαταραχή, η σχιζοφρένεια και η σχιζοσυναισθηματική διαταραχή, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν καρδιαγγειακή νόσο σε νεότερη ηλικία σε σύγκριση με όσους δεν έχουν τέτοιου είδους ψυχικές διαταραχές.
Προηγούμενες έρευνες είχαν δείξει ότι οι ψυχικά πάσχοντες έχουν μειωμένο προσδόκιμο ζωής κατά 10 έως 20 χρόνια, με την καρδιαγγειακή νόσο να αποτελεί την κύρια αιτία θανάτου τους. Η νέα μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο Journal of the American Heart Association και πραγματοποιήθηκε από ερευνητές υπό την καθοδήγηση της δρ Ρεμπέκα Ρόσομ στο Ινστιτούτο HealthPartners της Μινεσότα, αξιολόγησε τον καρδιαγγειακό κίνδυνο σε μη νοσηλευόμενους ασθενείς με σοβαρή ψυχική νόσο σε βάθος 30 ετών, καλύπτοντας σχεδόν 600.000 άτομα ηλικίας 18-75 ετών. Από αυτούς, περίπου 11.000 είχαν διαγνωστεί με σοβαρή ψυχική διαταραχή — το 70% με διπολική διαταραχή, το 18% με σχιζοσυναισθηματική διαταραχή και το 12% με σχιζοφρένεια.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου σε διάστημα 10 ετών ήταν 9,5% για τα άτομα με ψυχική νόσο, έναντι 8% στους ψυχικά υγιείς, ενώ σε 30 χρόνια ο κίνδυνος ανερχόταν σε 25% έναντι 11% αντίστοιχα. Αξιοσημείωτο είναι ότι η αύξηση του καρδιαγγειακού κινδύνου παρατηρήθηκε ακόμη και σε νεαρά άτομα ηλικίας 18-34 ετών με ψυχικές παθήσεις.
Οι βασικοί παράγοντες που συντελούν στον αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο των ψυχικά πασχόντων είναι το κάπνισμα και το αυξημένο σωματικό βάρος. Συγκεκριμένα, τα άτομα με ψυχικές νόσους έχουν τριπλάσιες πιθανότητες να είναι καπνιστές σε σχέση με τους ψυχικά υγιείς (36% έναντι 12%) και υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας (50% έναντι 36%). Επιπλέον, παρουσιάζουν διπλάσια πιθανότητα εμφάνισης διαβήτη (14% έναντι 7%) και ελαφρώς αυξημένη πιθανότητα υπέρτασης (15% έναντι 13%), παράγοντες που επίσης αυξάνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Η μελέτη αυτή υπογραμμίζει την ανάγκη για εντατικότερη παρακολούθηση και διαχείριση των καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου σε άτομα με σοβαρές ψυχικές παθήσεις, ώστε να μειωθεί η σημαντική διαφορά στην υγεία και τη διάρκεια ζωής σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό.
