Οι αναμνήσεις που προβάρονται στη διάρκεια, είτε του ύπνου, είτε της αφύπνισης, μπορεί να έχουν αντίκτυπο στην σταθεροποίηση της μνήμης και σε ό,τι ο άνθρωπος μπορεί να θυμηθεί αργότερα.
Γιατί μερικές αναμνήσεις διαρκούν για μια ζωή, ενώ κάποιες άλλες εξαφανίζονται γρήγορα; Μια νέα μελέτη έχει την απάντηση. Η μελέτη του Πανεπιστημίου Northwestern δείχνει πως όταν η πληροφορία που δημιουργεί τη μνήμη έχει υψηλή αξία (σχετίζεται για παράδειγμα με το πώς θα αποκτήσει κανείς περισσότερα χρήματα), η μνήμη είναι πιο πιθανό να σταθεροποιηθεί με επαναλήψεις στη διάρκεια του ύπνου και έτσι να τη θυμόμαστε αργότερα. Επίσης, μέσω της χρήσης του άμεσου χειρισμού του ύπνου, η έρευνα έδειξε έναν τρόπο ενθάρρυνσης της επανενεργοποίησης μιας σειράς από χαμηλής αξίας αναμνήσεις, ώστε να μπορούμε και αυτές να τις θυμόμαστε αργότερα.
Η Ντελφίν Οντιέτ, μεταδιδακτορική συνεργάτης στο Τμήμα Ψυχολογίας του Northwestern και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, σχεδίασε το πείραμα προκειμένου να μελετηθεί πώς οι συμμετέχοντες θυμούνται τοποθεσίες ή αντικείμενα σε μια οθόνη υπολογιστή. Σε κάθε αντικείμενο αποδόθηκε μια αξία και οι συμμετέχοντες πληροφορήθηκαν πόσα χρήματα θα μπορούσαν να βγάλουν, αν αργότερα θυμόντουσαν το τεστ.
«Η αμοιβή ήταν πολύ μεγαλύτερη για κάποια αντικείμενα, συγκριτικά με κάποια άλλα», εξήγησε ο Κεν Πάλερ, καθηγητής της Ψυχολογίας στο Northewstern και συγγραφέας της μελέτης. «Με άλλα λόγια χειριστήκαμε την αξία των αναμνήσεων. Κάποιες ήταν πολύτιμες αναμνήσεις, κάποιες άλλες όχι τόσο πολύ, όπως ακριβώς τα πράγματα που βιώνουμε καθημερινά ποικίλλουν ως προς το βαθμό, στον οποίο είμαστε σε θέση να τα θυμόμαστε αργότερα».
Κάθε αντικείμενο που εμφανιζόταν, συνοδευόταν από έναν χαρακτηριστικό ήχο. Για παράδειγμα ένας βραστήρας τσαγιού εμφανιζόταν με έναν ήχο σφυρίγματος. Στη διάρκεια και των δύο φάσεων, της πλήρους εγρήγορσης και του ύπνου, κάποιοι από τους ήχους παίζονταν μόνοι τους, σχετικά ήπια, υπενθυμίζοντας στους συμμετέχοντες τα χαμηλής αξίας αντικείμενα. Οι συμμετέχοντες θυμόντουσαν τα μικρής αξίας αντικείμενα καλύτερα όταν οι παρουσιάσεις ήχου γίνονταν κατά τη διάρκεια του ύπνου.
«Πιστεύουμε πως αυτό που ουσιαστικά συμβαίνει στη διάρκεια του ύπνου είναι η επανενεργοποίηση της πληροφορίας», είπε η Οντιέτ. «Μπορούμε να προκαλέσουμε την επανενεργοποίηση παρουσιάζοντας αυτούς τους ήχους. Μ’ αυτόν τον τρόπο ενεργοποιούνται οι χαμηλής αξίας αναμνήσεις, ώστε να αποθηκεύονται καλύτερα».
Η έρευνα ασχολείται με τις διεγερτικές συνέπειες που μπορεί να έχει η επανενεργοποίηση της ανάμνησης στη διάρκεια του ύπνου και το ρόλο που μπορεί να παίξει στην αποθήκευση της ανάμνησης.
«Οτιδήποτε επαναλαμβάνεται στη διάρκεια του ύπνου είναι αυτό που θα καθορίσει τι θυμάστε αργότερα και αντίστροφα τι πρόκειται να ξεχάσετε», λέει ο Πάλερ, διευθυντής του προγράμματος Γνωστικής Νευροεπιστήμης στο Northwestern.
Πολλές αναμνήσεις που αποθηκεύονται στη διάρκεια της ημέρας δεν τις θυμόμαστε στη συνέχεια.
«Πιστεύουμε πως ένας λόγος γι’ αυτό είναι πως δεν έχουμε κάνει “πρόβα” σ’ αυτές τις αναμνήσεις, προκειμένου να τις κρατήσουμε. Οταν εξασκηθείς και κάνεις πρόβα αυξάνεις την πιθανότητα να τις θυμάσαι αργότερα», επισημαίνει η Οντιέτ. «Και πολλές από τις πρόβες συμβαίνουν όταν εμείς δεν το συνειδητοποιούμε καν – στη διάρκεια του ύπνου».
Ο Πάλερ λέει πως η επιλεκτικότητα των αναμνήσεων που σταθεροποιούνται δεν είναι πλήρως κατανοητή. Οι περισσότερες προσπάθειες της μελέτης πάνω στις αναμνήσεις έχουν εστιαστεί στο τι συμβαίνει όταν σχηματίζεται μια ανάμνηση και τι συμβαίνει όταν αυτή ανασύρεται από τη μνήμη.
«Το μεσοδιάστημα είναι αυτό για το οποίο θέλουμε να μάθουμε περισσότερα, επειδή μια συναρπαστική πτυχή της αποθήκευσης των αναμνήσεων είναι το γεγονός ότι αυτή δεν είναι στατική. Οι αναμνήσεις στο μυαλό μας αλλάζουν συνεχώς. Μερικές φορές μπορείς να βελτιώσεις την αποθήκευση της ανάμνησης, επαναλαμβάνοντάς την συνεχώς, ώστε να μπορείς να τη θυμηθείς αργότερα – ή ίσως να την χειροτερέψεις αν την εξωραΐσεις υπερβολικά. Το γεγονός ότι αυτή η κρίσιμη επανενεργοποίηση της ανάμνησης αποκαλύπτεται κατά τη διάρκεια του ύπνου, η ανθρωπότητα το αγνοούσε επειδή δεν έχουμε συνειδητοποιήσει τόσο πολύ τι ακριβώς συμβαίνει όταν κοιμόμαστε», καταλήγει ο Πάλερ.