Ο Έλεγχος των Ηλεκτρολυτών σε Άτομα με Διατροφικές Διαταραχές Είναι Κρίσιμος – Οι Ανωμαλίες Αυξάνουν τον Κίνδυνο Θανάτου

Ερευνητές ανακάλυψαν έναν νέο τρόπο αξιολόγησης της σοβαρότητας των διατροφικών διαταραχών, που θα μπορούσε να βελτιώσει τη φροντίδα των ασθενών και να μειώσει τον κίνδυνο θανάτου. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, η παρακολούθηση των επιπέδων ηλεκτρολυτών σε άτομα με διατροφικές διαταραχές είναι ζωτικής σημασίας, καθώς οι ανισορροπίες αυτών συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο θανάτου από οποιαδήποτε αιτία.

Η σημασία των ηλεκτρολυτών και οι κίνδυνοι για την υγεία

Οι ηλεκτρολύτες είναι βασικά μέταλλα στο αίμα, όπως το ασβέστιο, το κάλιο και το νάτριο, που παίζουν καθοριστικό ρόλο στη φυσιολογική λειτουργία του οργανισμού. Οι διαταραχές στα επίπεδά τους μπορεί να υποδηλώνουν σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως αφυδάτωση, καρδιαγγειακές παθήσεις ή νεφρικές δυσλειτουργίες.

Τα άτομα με διατροφικές διαταραχές αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο ανισορροπίας ηλεκτρολυτών, κυρίως λόγω συμπεριφορών όπως ο αυτοπροκαλούμενος εμετός, η χρήση καθαρτικών και η έντονη αφυδάτωση. Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο The Lancet Psychiatry, το 32% των ατόμων με διατροφικές διαταραχές εμφανίζουν ανωμαλίες στα επίπεδα ηλεκτρολυτών.

Τα ευρήματα της μελέτης και οι επιπτώσεις τους

Η έρευνα βασίστηκε σε μια μεγάλη πληθυσμιακή μελέτη που πραγματοποιήθηκε στον Καναδά, περιλαμβάνοντας 6.000 άτομα από το Οντάριο που είχαν διαγνωστεί με διατροφική διαταραχή. Οι συμμετέχοντες ήταν ηλικίας 13 ετών και άνω και είχαν υποβληθεί σε εξετάσεις ηλεκτρολυτών εντός ενός έτους από τη διάγνωσή τους.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι 1.987 συμμετέχοντες (32%) είχαν ανωμαλίες στα επίπεδα ηλεκτρολυτών. Από αυτούς, το 16% κατέληξε, σε σύγκριση με μόλις 6% των ατόμων που δεν είχαν τέτοιες ανωμαλίες.

“Αυτά τα ευρήματα υπογραμμίζουν τη σημασία του ελέγχου των επιπέδων ηλεκτρολυτών σε άτομα με διατροφικές διαταραχές και την ανάγκη άμεσης παρέμβασης για να μειωθεί ο κίνδυνος θανάτου ή άλλων σοβαρών συνεπειών”, δήλωσε ο Dr. Nicholas Fabiano, εκ των επικεφαλής της έρευνας.

Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η παρακολούθηση των ηλεκτρολυτικών διαταραχών μπορεί να βοηθήσει τους γιατρούς να αξιολογήσουν καλύτερα τη σοβαρότητα των διατροφικών διαταραχών, οι οποίες συνήθως αξιολογούνται με βάση τον Δείκτη Μάζας Σώματος (BMI) και τη συχνότητα συμπεριφορών όπως η υπερφαγία.

“Αυτά τα δεδομένα θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στα κριτήρια που χρησιμοποιούμε για την εκτίμηση της σοβαρότητας των διατροφικών διαταραχών”, δήλωσε ο κύριος συγγραφέας της μελέτης, Dr. Marco Solmi.

Επιπλέον, οι ηλεκτρολυτικές ανισορροπίες μπορεί να εντοπιστούν και σε ασθενείς που δεν πληρούν τα τυπικά κριτήρια διάγνωσης μιας διατροφικής διαταραχής, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε έγκαιρη παρέμβαση και καλύτερη ιατρική περίθαλψη.

“Οι διατροφικές διαταραχές είναι καταστάσεις που οι ασθενείς συχνά αρνούνται ή δεν κατανοούν τις επιπτώσεις τους στην υγεία. Η μελέτη αυτή αποδεικνύει ότι οι διατροφικές διαταραχές που προκαλούν ηλεκτρολυτικές διαταραχές έχουν σοβαρές επιπτώσεις στη μακροπρόθεσμη υγεία των ασθενών”, κατέληξε ο Dr. Gregory Hundemer, ανώτερος συγγραφέας της μελέτης.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει