Koροναϊός: Ελπίδες για φρένο στη μετάδοσή του σε υψηλές θερμοκρασίες

Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις σχετικά με την επίπτωση που μπορεί να έχει η θερμοκρασία στην εξάπλωση του κοροναϊού, ωστόσο μια ελληνική μελέτη έρχεται να ρίξει φως στο θέμα και να δώσει ελπίδες.

Μπορεί οι περισσότεροι κοροναϊοί να εξασθενούν με την άνοδο της θερμοκρασίας, αλλά ο Covid-19 είναι μέχρι στιγμής «αχαρτογράφητος» και οι επιστήμονες δεν μπορούν να πουν με σιγουριά ότι θα λειτουργήσει με τον ίδιο τρόπο.

Τα στοιχεία από χώρες που έχουν αυτή την εποχή καλοκαίρι, δείχνουν πως ο ιός μεταδίδεται κανονικά, γεγονός που θα μπορούσε να σημαίνει πως ο κοροναϊός δεν επηρεάζεται από τη θερμοκρασία. Ωστόσο, τα στοιχεία δεν είναι αρκετά αφού θα πρέπει ακόμα να αναλυθεί ο ρυθμός μετάδοσης, καθώς και πολλές άλλες παράμετροι που προς το παρόν δεν είναι διαθέσιμες.

Στην σημερινή ενημέρωση ο καθηγητής Λοιμωξιολογίας, Σωτήρης Τσιόδρας, δήλωσε πως ελπίζει ότι το καλοκαίρι θα μειωθεί η διασπορά, όπως γίνεται με όλους τους αναπνευστικούς ιούς και πως θα μειωθεί η επιβίωσή του στο περιβάλλον στην πατρίδα μας, που έχει κάποιες ειδικές συνθήκες και θερμοκρασίας και υγρασίας.

«Ειδικά οι κοροναϊοί, οι οποίοι μάλιστα έχουν και ένα περίβλημα το οποίο είναι από λίπος, σε υψηλές θερμοκρασίες, αλλά με χαμηλή υγρασία, όταν δηλαδή δεν ευνοείται η πρόσληψη νερού στον ιό, σπάνε. Από την άλλη, η πρόσληψη νερού και η σχετική υγρασία βοηθάει στο να πέφτουν τα σωματίδια που κουβαλούν τον ιό, τα αεροσταγονίδια όπως λέμε, πολύ γρήγορα», είπε χαρακτηριστικά.

Tι αναφέρει ελληνική μελέτη

Φως στο θέμα αλλά και ελπίδες ότι το καλοκαίρι μπορεί να μπει φρένο στη μετάδοση του ιού έρχεται να ρίξει μια μελέτη, την οποία διεξάγει η Πνευμονολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας με συντονιστή τον καθηγητή Πνευμονολογίας Κωνσταντίνο Γουργουλιάνη και κύρια ερευνήτρια την δρα Ουρανία Κώτσιου, σε συνεργασία με το Μετσόβιο Κέντρο Διεπιστημονικής Έρευνας του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και το Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών.

Όπως εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής Πνευμονολογίας, κ. Γουργουλιάνης «εντοπίσαμε μια σαφή επίδραση της θερμοκρασίας στο ρυθμό εξάπλωσης της νόσου, καθώς οι χώρες με χαμηλότερες θερμοκρασίες και ιδιαίτερα με μέσες τιμές 0-18 βαθμών Κελσίου εμφανίζουν ταχύτερα μεγαλύτερο αριθμό νέων κρουσμάτων COVID-19 ανά ημέρα, και μεγαλύτερο συνολικό αριθμό επιβεβαιωμένων κρουσμάτων, σε σύγκριση με τις χώρες με υψηλότερη μέση θερμοκρασία».

«Σύμφωνα με τις αναλύσεις μας η επίδραση της θερμοκρασίας φαίνεται να είναι ανεξάρτητη από το χρόνο εκδήλωσης του πρώτου κρούσματος και της πυκνότητας του πληθυσμού. Φυσικά στον τελικό αριθμό των κρουσμάτων πρωτεύοντα ρόλο παίζει η λήψη μέτρων πρόληψης της διάδοσης του ιού και τα συστήματα καταγραφής κρουσμάτων της κάθε χώρας, τα οποία θα πρέπει να συνυπολογιστούν», λέει χαρακτηριστικά.

Όπως αναφέρει ο κ. Γουργουλιάνης, «από ετών γίνεται μία επιστημονική συζήτηση για το εάν οι χαμηλότερες θερμοκρασίες συσχετίζονται με μεγαλύτερη μολυσματικότητα και εξάπλωση των κοροναϊών. Εκτός από την υψηλή γενετική ομοιότητα που ανιχνεύθηκε μεταξύ του νέου κοροναϊού SARS-CoV-2, και του κοροναϊού που προκάλεσε το σύνδρομο SARS το 2002 στην Κίνα, παρατηρήθηκε πως αμφότερες οι επιδημίες ξέσπασαν κατά τη χειμερινή περίοδο, καθώς ο νέος κοροναϊός ιός εντοπίστηκε στη Wuhan τον Δεκέμβριο του 2019, ενώ εκείνος που προκάλεσε το σύνδρομο SARS είχε ανιχνευθεί στην πόλη Foshan της Κίνας, το Νοέμβριο του 2002».

«Αξίζει να σημειώσουμε», επισημαίνει ο καθηγητής, «ότι στην Κίνα οι χειμερινοί μήνες Νοέμβριος ως Ιανουάριος είναι οι πιο ψυχροί μήνες του έτους, με μια μέση θερμοκρασία χαμηλότερη από 0 βαθμούς Κελσίου, λόγω της επίδρασης των χειμερινών μουσώνων. Επιπλέον, χαρακτηριστικά οι δύο πόλεις κατά τις περιόδους έναρξης των επιδημιών είχαν υποστεί τη χειρότερη ξηρασία των τελευταίων 40 ετών».

Πολλές μελέτες, λέει ο καθηγητής, υποστηρίζουν ότι το κρύο ευνοεί την επιβίωση και εξάπλωση των κοροναϊών, ερμηνεύοντας την εποχικότητα στην εκδήλωση των ιικών επιδημιών.

«Κύριοι παράγοντες που ενισχύουν τη θεωρία της εποχικότητας στην εξάπλωση των ιικών επιδημιών είναι η αύξηση: α) του συγχρωτισμού που ενισχύει τη μετάδοση, β) της ευαλωτότητας του ανθρώπινου οργανισμού, και γ) της σταθερότητας των ιικών σωματιδίων στο περιβάλλον κατά τους χειμερινούς μήνες. Προηγούμενες έρευνες παρατήρησαν ταχεία πτώση της επιβίωσης των κοροναϊών που προκάλεσαν τις επιδημίες MERS και SARS-CoV σε υψηλότερες θερμοκρασίες».

Ενδεικτικά, σε γράφημα, που επισυνάπτεται, οι χώρες διακρίνονται σε 3 ομάδες ανάλογα με τον αριθμό κρουσμάτων τους και τη μέση θερμοκρασία τους την περίοδο της πανδημίας (cluster 1 -μπλε κύκλοι: χώρες με υψηλότερη θερμοκρασία και λιγότερα κρούσματα, cluster 2 -κίτρινοι κύκλοι): χώρες με χαμηλότερη θερμοκρασία και περισσότερα κρούσματα, cluster 3 -κόκκινοι κύκλοι): χώρες με χαμηλότερη θερμοκρασία και >50.000 κρούσματα). Επίσης έγινε ομαδοποίηση των χωρών ανάλογα με την περίοδο εμφάνισης του πρώτου κρούσματος (Ιανουάριος, Φεβρουάριος ή Μάρτιος).

Παρατηρούμε, αναφέρει ο κ. Γουργουλιάνης, ότι ανεξάρτητα από την περίοδο έναρξης του πρώτου κρούσματος (Ιανουάριο, Φεβρουάριο ή Μάρτιο) οι χώρες που είχαν μέση θερμοκρασία υψηλότερη από 18 βαθμούς Κελσίoυ εμφανίζουν μικρότερο αριθμό συνολικών κρουσμάτων, συνιστώντας το cluster με τη μικρότερη διασπορά νόσου.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει