Οταν κάποιος είναι χορτοφάγος, λογικά είναι υγιής, ωστόσο μερικές φορές το να τρώει κανείς μόνο χορτοφαγικές τροφές μπορεί να μην είναι αρκετό για να παρέχει στον οργανισμό του αρκετά θρεπτικά συστατικά.
Παρόλο που μια χορτοφαγική διατροφή θεωρείται ισορροπημένη διατροφή, μπορεί κάποια μικροθρεπτικά συστατικά να απουσιάζουν απ’ αυτήν.
Οι φυσικές πηγές μπορεί να μην είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις καθημερινές απαιτήσεις σε θρεπτικά συστατικά που χρειάζεται ο οργανισμός, ειδικά αν έχετε κάποια ανεπάρκεια ή αν δεν έχετε στη διάθεσή σας τα εν λόγω μικροθρεπτικά συστατικά σε μεγάλες ποσότητες.
Τα ακόλουθα είναι τα πιο κοινά μικροθρεπτικά συστατικά που μπορεί να λείπουν από μια χορτοφαγική διατροφή:
Βιταμίνη Β12: Η βιταμίνη Β12 έχει δημιουργηθεί από ένα συγκεκριμένο είδος των βακτηρίων που προέρχεται κυρίως από το πεπτικό σύστημα των ζώων, κάτι που σημαίνει πως τροφές όπως το γάλα, τα αυγά, το κρέας και τα ψάρια είναι οι κύριες διατροφικές πηγές της βιταμίνης. Ολη η βιταμίνη Β12 που βρίσκεται στη φύση συντίθεται από μικροοργανισμούς και είναι απούσα στις φυτικές τροφές. Οι αυστηρά χορτοφαγικές δίαιτες ή vegan (που «απορρίπτουν» όχι μόνο την κατανάλωση κρέατος ζώου, αλλά και όλα τα ζωικά παράγωγα) έχουν υψηλό κίνδυνο ανεπάρκειας. Η ανεπάρκεια της βιταμίνης Β12 προκαλεί μια σειρά από συμπτώματα και προβλήματα, συμπεριλαμβανομένης της αδυναμίας, της κόπωσης, της δυσκοιλιότητας, της απώλειας όρεξης, της απώλειας βάρους, της κακής μνήμης και της μεγαλοβλαστικής αναιμίας.
Βιταμίνη D: Υπάρχουν δύο κύριοι τύποι της βιταμίνης D:
* H βιταμίνη D2 (εργοκαλσιφερόλη) που συντίθεται από τα φυτά και δεν παράγεται στο ανθρώπινο σώμα
* Η βιταμίνη D3 (χοληκαλσιφερόλη) που υπάρχει σε μεγάλες ποσότητες στο δέρμα όταν το χτυπάει το ηλιακό φως. Μπορεί επίσης να προσλαμβάνεται από ζωικές πηγές
Η βιταμίνη D3 είναι περίπου τρεις φορές πιο αποτελεσματική στη διατήρηση συγκέντρωσης ορού (διάλυμα αλάτων ή σακχάρων) επειδή η πρωτεΐνη σύνδεσης έχει υψηλότερη συγγένεια με τη βιταμίνη D3 παρά με τη βιταμίνη D2. Αυτό επιτρέπει τη βιταμίνη D3 να διαμένει στο κυκλοφορικό σύστημα περισσότερο και να αυξήσει τη συγκέντρωση σε επαρκή επίπεδα πιο γρήγορα.
Σίδηρος (αιμικός): Ο σίδηρος είναι απαραίτητος για την υγεία και τη μεταφορά οξυγόνου. Μια ανεπάρκεια σε σίδηρο προκαλεί κόπωση και μειωμένη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Υπάρχουν δύο μορφές διαιτητικού σιδήρου, ο αιμικός και ο μη-αιμικός. Ο αιμικός σίδηρος βρίσκεται σε ζωικές τροφές. Ο αιμικός σίδηρος προέρχεται από την αιμοσφαιρίνη και μυοσφαιρίνη που βρέθηκαν στους ιστούς του κρέατος και είναι χρήσιμος για την παραγωγή των ερυθρών αιμοσφαιρίων στον άνθρωπο. Η απορρόφηση του σιδήρου από τον αιμικό σίδηρο κυμαίνεται στο 15%-35% τη στιγμή που η απορρόφηση από τον μη-αιμικό σίδηρο είναι μόλις 2%-20%. Μελέτες δείχνουν ότι οι αποθήκες σιδήρου του σώματος στους χορτοφάγους τείνουν να είναι χαμηλότερες. Το κρέας, τα ψάρια, τα πουλερικά και η βιταμίνη C βελτιώνουν την απορρόφηση του μη-αιμικού σιδήρου.