Μπορεί ο Πυθαγόρας να είναι περισσότερο γνωστός παγκοσμίως για το μαθηματικό του θεώρημα, που στοιχειώνει τα όνειρα πολλών σπουδαστών της γεωμετρίας, αλλά για πολλά χρόνια θεωρείτο και ο πατέρας της χορτοφαγίας.
Μια διατροφή χωρίς κρέας αναφέρεται συχνά ως «Πυθαγόρεια δίαιτα» για πολλά χρόνια, μέχρι να ξεκινήσει το σύγχρονο κίνημα χορτοφαγίας, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1800.
Ενώ ο Πυθαγόρας ήταν ο πρώτος υπερασπιστής μιας χορτοφαγικής δίαιτας, οι άνθρωποι υπήρξαν χορτοφάγοι αρκετά πριν την δική του παρουσία. Οι περισσότεροι ανθρωπολόγοι συμφωνούν πως οι πρώιμοι άνθρωποι λογικά θα τρέφονταν με τροφές φυτικής προέλευσης, αφού τα φυτά τα εύρισκαν εύκολα και δεν χρειαζόταν να τα… κυνηγήσουν. Επίσης, το πεπτικό μας σύστημα μοιάζει περισσότερο με αυτό των φυτοφάγων, παρά με των σαρκοφάγων ζώων. Ο προϊστορικός άνθρωπος σαφώς και έφαγε κρέας, αλλά τα φυτά ήταν αυτά που αποτελούσαν τη βάση της διατροφής του.
Ο Πυθαγόρας και πολλοί από τους οπαδούς του ακολούθησαν τη χορτοφαγική διατροφή για διάφορους λόγους, κυρίως όμως λόγω θρησκευτικών και ηθικών πεποιθήσεων. Ο μεγάλος φιλόσοφος και μαθηματικός πίστευε πως όλα τα έμβια όντα έχουν ψυχή, άρα και τα ζώα δεν μπορούν να αποτελούν εξαίρεση. Για το λόγο αυτό είχε εξορίσει το κρέας και τα ψάρια από το τραπέζι του. Παραδόξως, εξόρισε και ένα λαχανικό, που σήμερα έχει μία από τις πιο τιμητικές θέσεις στα περισσότερα χορτοφαγικά μενού και δεν είναι άλλο από το ταπεινό φασόλι. Οι οπαδοί του απαγορευόταν να φάνε ή ακόμα και να αγγίξουν τα φασόλια, επειδή πίστευε ότι τα φασόλια και οι άνθρωποι δημιουργήθηκαν από το ίδιο υλικό και θεωρούσε πως στα κοίλα στελέχη τους μπορούσαν να επιτρέψουν στις ψυχές των νεκρών να ταξιδέψουν πάνω από το έδαφος, μέσω της καλλιέργειας του φασολιού.
Ενώ η απαγόρευση των φασολιών έπαψε να υφίσταται λίγο καιρό μετά το θάνατο του Πυθαγόρα, οι οπαδοί του συνέχισαν να ακολουθούν μία διατροφή χωρίς κρέας. Οι αρχές του Πυθαγόρα επηρέασαν τους ακαδημαϊκούς και θρησκευτικούς στοχαστές και ήταν μια ομάδα αυτών των ομοϊδεατών του, που ίδρυσαν την Χορτοφαγική Κοινότητα στην Αγγλία, στα μέσα της δεκαετίας του 1800. Οι αρετές της εγκράτειας, της αποχής και του αυτο-ελέγχου, συνδέθηκαν με τα χορτοφαγικά ιδανικά, ενώ η λαγνεία, η μέθη και οι βανδαλισμοί, θεωρήθηκε πως προέκυψαν από μια διατροφή πλούσια σε προϊόντα που είχαν ως βάση το κρέας. Αξιοσημείωτες προσωπικότητες που είναι γνωστό ότι ακολουθούσαν χορτοφαγική διατροφή, υπήρξαν ο Λέων Τολστόι, ο Μπέρναρντ Σο και ο Μαχάτμα Γκάντι. Χορτοφάγος υπήρξε, επίσης, όπως έγραψε στην αυτοβιογραφία του ο Βενιαμίν Φραγκλίνος.
Γύρω στο 1960 η χορτοφαγία έγινε mainstream στην Αμερική και η ανάπτυξη του κινήματος χορτοφαγίας επιταχύνθηκε τη δεκαετία του 1970, όταν ένας νέος μεταπτυχιακός φοιτητής, ο Francis Moore Lappe έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Διατροφή για έναν μικρό πλανήτη». Στο βιβλίο του υποστήριξε πως ο άνθρωπος οφείλει να ακολουθήσει μια διατροφή χωρίς κρέας όχι μόνο για ηθικούς λόγους, αλλά και επειδή τα φυτικά τρόφιμα έχουν πολύ λιγότερες επιπτώσεις στο περιβάλλον απ’ ό,τι το κρέας. Σήμερα, πολλοί χορτοφάγοι αρνούνται το κρέας λόγω των ζητημάτων των δικαιωμάτων των ζώων, ή επειδή ανησυχούν σχετικά με την φροντίδα του ζώου εκτροφής και τις συνθήκες παραγωγής του, μια αρχή που υιοθετήθηκε για πρώτη φορά το 1975 το έργο του Peter Singer «Απελευθέρωση των Ζώων».
Στο βιβλίο που θεωρήθηκε ο «Υμνος της Χορτοφαγίας», ο συγγραφέας, εξετάζει την κακομεταχείριση που υφίστανται τα ζώα και τις απαράδεκτες συνθήκες στις οποίες ζουν στις βιομηχανικές φάρμες, ενώ έδειξε πόσο προβληματική είναι η λογική της χρήσης πειραματόζωων. Το βιβλίο αυτό σόκαρε την κοινή γνώμη και συνέβαλε όσο κανένα άλλο στη δημιουργία του παγκόσμιου κινήματος για την απελευθέρωση των ζώων αλλά και την αλλαγή των νομοθεσιών που αφορούν τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ζουν, τόσο τα ζώα στις φάρμες, όσο και τα πειραματόζωα.