Η παραλλαγή Epsilon του κοροναϊού -αλλιώς γνωστή ως B.1.429- καταγράφηκε για πρώτη φορά στα τέλη του 2020 στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ. Μάλιστα, οι γιατροί στο νοσοκομείο Cedars-Sinai του Λος Άντζελες ανίχνευαν την παραλλαγή αυτή στα μισά από τα δείγματα που εξέταζαν, κατά τον Ιανουάριο.
Τον επόμενο μήνα, ωστόσο, το στέλεχος αυτό αντιπροσώπευε το 15% των περιπτώσεων Covid σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Αμερικανικός ΕΟΔΥ, το CDC, όρισε επισήμως τη μετάλλαξη αυτή ως «παραλλαγή ανησυχίας», μετά και την αύξηση των κρουσμάτων στην Καλιφόρνια.
Αργότερα, καθώς η παραλλαγή άρχισε να εντοπίζεται σε ολοένα περισσότερες περιοχές, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δήλωσε ότι η Epsilon είναι μια «παραλλαγή ενδιαφέροντος», ένα επίπεδο συναγερμού χαμηλότερο από εκείνο του CDC (Μάρτιος 2021).
Από τον Ιούλιο του 2021, όμως, η μετάλλαξη δεν θεωρείται πλέον ως «παραλλαγή ενδιαφέροντος» από τον ΠΟΥ, αν και παραμένει υπό παρακολούθηση.
Το Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων της ΕΕ (ECDC), από την πλευρά του, έχει επίσης καταγράψει την Epsilon ως «παραλλαγή ενδιαφέροντος», σημειώνοντας, ωστόσο, πως το στέλεχος αυτό μεταδίδεται «σποραδικά» στην Ευρώπη, κυρίως από ταξιδιώτες από το εξωτερικό που το «εισάγουν», και όχι στην κοινότητα.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, δεν έχει καταγραφεί κανένα κρούσμα της Epsilon.
Υπάρχει λόγος ανησυχίας;
Η μέχρι στιγμής έρευνα υποδεικνύει ότι η μετάλλαξη Epsilon θα μπορούσε να είναι πιο «ανθεκτική» στα εμβόλια, όπως και σε ορισμένες θεραπευτικές προσεγγίσεις για ασθενείς Covid-19, γεγονός που επανέφερε την παραλλαγή αυτή στην επικαιρότητα ως «νέο» πονοκέφαλο.
«Οι μεταλλάξεις δίνουν σε αυτήν την παραλλαγή του κοροναϊού ένα μέσο για την πλήρη αποφυγή συγκεκριμένων μονοκλωνικών αντισωμάτων που χρησιμοποιούνται σε κλινικές και μειώνει την αποτελεσματικότητα των αντισωμάτων από το πλάσμα των εμβολιασμένων ατόμων», σύμφωνα με την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον.
Ουσιαστικά οι ειδικοί ανησυχούν για τρεις συγκεκριμένες μεταλλάξεις στην Epsilon, στην ακίδα-πρωτεΐνη που χρησιμοποιεί ο ιός για να προσκολληθεί και να εισέλθει σε άλλα κύτταρα, θεωρώντας πως αν αυτή «αλλάξει» πολύ τότε ίσως ο εμβολιασμός να γίνει λιγότερο αποτελεσματικός στην πρόληψη μόλυνσης.
Υπενθυμίζεται πως η ακίδα-πρωτεΐνη του ιού είναι εκείνη που «χρησιμοποιείται» από πολλά εμβόλια (όπως σε εκείνα της Pfizer και της Moderna), προκειμένου να «εκπαιδευτεί» το ανοσοποιητικό μας σύστημα σε ενδεχόμενη είσοδο του ιού στο σώμα.
Προκαταρκτική μελέτη συμπέρανε, επίσης, πως η παραλλαγή αυτή είναι περίπου 20% πιο μεταδοτική από προηγούμενα στελέχη του ιού.
Από την άλλη, το γεγονός ότι η Epsilon δεν γνώρισε παγκόσμια ή ευρεία (εξαιρούνται οι ΗΠΑ, εξ ου και οι διαφορετικές αναγνώσεις επικινδυνότητας από CDC και ECDC) διάδοση, όπως η Delta, καθησυχάζει τους επιστήμονες, οι έρευνες των οποίων συνεχίζονται, πάντως, επί όλων των στελεχών του ιού και των πιθανών συνεπειών από τη μόλυνση με αυτά.