Πώς επηρεάζει το Facebook την αίσθηση του «ανήκειν»

Ερευνητές από τη Σχολή Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Queensland στην Αυστραλία, διεξήγαγαν δύο μελέτες σχετικά με το πώς το Facebook επηρεάζει την αυτοεκτίμησή μας και την αίσθηση ότι ανήκουμε κάπου.

Οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης και κυρίως το Facebook, έχουν μια ισχυρή επιρροή στο πως οι φιλίες παρεμβάλλονται και πώς λειτουργούν στο σημερινό κόσμο. Η συνεχής επικαιροποίηση μιας ροής λεπτομερών πληροφοριών των δημοσίων δραστηριοτήτων, σκέψεων και συναισθημάτων των φίλων, μάς επιτρέπει μια σταθερή αίσθηση σύνδεσης. Μερικές μελέτες έχουν παρατηρήσει ότι υπό αυτή την έννοια το Facebook και άλλοι συναφείς χώροι καθιστούν ευκολότερη από ποτέ την ικανοποίηση της ανάγκης να «ανήκουμε» κάπου. Ομως, άλλες μελέτες έχουν επισημάνει ότι αυτό το είδος της κοινωνικής αλληλεπίδρασης μπορεί, επίσης, να δημιουργήσει ευκαιρίες για κοινωνική απόρριψη και εκφοβισμό.

Σε γενικές γραμμές η έρευνα ζυγίζει πώς συνδέονται μεταξύ τους τα ψυχολογικά οφέλη, αλλά και τα αρνητικά αποτελέσματα αυτής της τεχνολογίας.

Για παράδειγμα μια μελέτη του 2013 είχε διαπιστώσει ότι η μεγαλύτερη χρήση του Facebook συνδέεται με αρνητικά αποτελέσματα, όπως μικρότερη ικανοποίηση από τη ζωή, ενώ μια άλλη μελέτη του 2007 είχε διαπιστώσει ότι η μεγαλύτερη χρήση του Facebook συνδέεται με θετικά αποτελέσματα, όπως η ενίσχυση της κοινωνικότητας.

Μια μελέτη του 2011 είχε διαπιστώσει ότι η υψηλή εμπλοκή με «τα χαρακτηριστικά κοινωνικής συνεισφοράς» του Facebook, όπως οι ενημερώσεις κατάστασης και οι φωτογραφίες ή ο σχολιασμός καταστάσεων και φωτογραφιών των άλλων χρηστών, συνδέεται με τα χαμηλότερα επίπεδα κοινωνικής μοναξιάς. Αλλά αυτή η μελέτη διαπίστωσε, επίσης, πως οι χρήστες που είχαν ισχυρότερη προτίμηση για «παθητική κατανάλωση» σε ομάδες, παιχνίδια, σελίδες θαυμαστών, ανέφεραν υψηλότερα επίπεδα κοινωνικής μοναξιάς.

Περαιτέρω έρευνα σχετικά με το πώς οι χρήστες ανταποκρίθηκαν σε συγκεκριμένους τύπους αλληλεπίδρασης, διαπίστωσε ότι το να λάβουν ένα σχόλιο από άλλους χρήστες αντί για ένα «like» υποδήλωνε αυξημένη κοινωνική υποστήριξη που βίωναν οι χρήστες.

Μελετώντας τον «αποκλεισμό» από το Facebook

Επεκτείνοντας εκείνες τις έρευνες, οι νέες μελέτες εξέτασαν πώς η παθητική συμμετοχή και ο εξοστρακισμός από το Facebook συμβάλλουν στη διαμόρφωση της αίσθησης των χρηστών ότι χάνουν την αυτοεκτίμησή τους και το ότι ανήκουν κάπου.

Στην πρώτη μελέτη ένα δείγμα χρηστών που δημοσίευαν συχνά διάφορα πράγματα στο Facebook, στρατολογήθηκαν και χωρίστηκαν τυχαία σε δύο γκρουπ. Η μία ομάδα κλήθηκε να δημοσιεύει όπως συνήθιζε για ένα διάστημα 2 ημερών, ενώ η άλλη ομάδα είχε εντολή να μην ποστάρει τίποτα την ίδια περίοδο. Ολοι οι συμμετέχοντες θα μπορούσαν να παραμείνουν συνδεδεμένοι στο Facebook και να διαβάζουν τις πληροφορίες, αλλά μόνο η μία ομάδα θα μπορούσε να έχει ενεργό συμμετοχή, παίρνοντας δημόσια θέση για διάφορα πράγματα ή απαντώντας σε μηνύματα των άλλων.

Μετά το πείραμα, οι ερευνητές κατέγραψαν τα επίπεδα της αίσθησης του «ανήκειν», το βαθμό αυτοεκτίμησης των συμμετεχόντων και την εντύπωση ότι η ύπαρξή τους έχει μια αξία.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν πως εκείνοι που δεν δημοσίευσαν για 2 ημέρες, ανέφεραν χαμηλότερα επίπεδα της αίσθησης ότι ανήκουν σε μια κοινότητα και χαμηλότερα επίπεδα ουσιαστικής ύπαρξης, από εκείνους που συνέχισαν να ποστάρουν όπως πριν. Σύμφωνα με τους ερευνητές αυτό δείχνει πως οι χρήστες του Facebook βιώνουν χαμηλότερη ανάγκη πληρότητας όταν απέχουν από την ανταλλαγή πληροφοριών.

Ενδιαφέρον ήταν, επίσης, πως οι συμμετέχοντες που μπορούσαν να ποστάρουν όπως συνήθως, ανέφεραν λιγότερη ικανοποίηση με τις απαντήσεις στις θέσεις τους κατά τη διάρκεια της περιόδου μελέτης κι αυτό επίσης συνδέεται με χαμηλότερη αίσθηση ότι ανήκουν κάπου και χαμηλότερη αυτοεκτίμηση από εκείνη που συνήθως βιώνουν. Οι συγγραφείς της μελέτης περιγράφουν αυτό το εύρημα ως απόδειξη ότι η έλλειψη συμμετοχής και σχολίων από τους φίλους τους, που δεν έκαναν δημοσιεύσεις, απείλησε την αίσθηση ότι ανήκουν σε μια ομάδα.

Στη δεύτερη μελέτη, οι συμμετέχοντες πήγαν στο εργαστήριο για να ενημερώσουν την κατάστασή τους σε ένα λογαριασμό στο Facebook που είχε συσταθεί από τους ερευνητές. Ομως, οι ερευνητές είχαν στήσει με τέτοιο τρόπο το πείραμα, ώστε μόνο οι μισοί από τους συμμετέχοντες να πάρουν απάντηση.

Οι συμμετέχοντες που δεν έλαβαν καμία απάντηση ανέφεραν χαμηλότερα επίπεδα της αίσθησης ότι ανήκουν σε μια κοινότητα, και χαμηλότερα επίπεδα αυτοεκτίμησης, από εκείνους που το status τους είχε αλληλεπιδράσει.

Επειδή, ωστόσο, αυτό ήταν ένα εργαστηριακό πείραμα με προφίλ που είχαν συσταθεί από τους ερευνητές, δεν είναι σαφές αν οι συμμετέχοντες θα μπορούσαν να είχαν επηρεαστεί και με άλλους τρόπους, αν ένοιωθαν πως είχαν «εξοστρακιστεί» μέσω του δικού τους προφίλ στο Facebook.

Μετά το τέλος των  μελετών οι ερευνητές κατέληξαν στο παρακάτω συμπέρασμα:

«Οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook, δίνουν στους ανθρώπους, όταν οι ίδιοι το θέλουν, μια πρόσβαση στις κοινωνικές τους σχέσεις και την επικοινωνία τους με τον άλλους. Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν πως είναι η επικοινωνία και όχι η απλή χρήση το κλειδί για να αισθάνονται ότι ανήκουν κάπου. Οταν διαταραχθεί η δυνατότητα να μοιράζονται πράγματα και να σχολιάζουν, τότε αυτή η αίσθηση ότι ανήκουν κάπου “υποφέρει”».

Μπορεί επίσης να σας αρέσει