Δεν έχουν όλοι οι παχύσαρκοι μεταβολικά προβλήματα

Η παχυσαρκία δεν πηγαίνει υποχρεωτικά χέρι-χέρι με μεταβολικές αλλαγές που μπορούν να οδηγήσουν σε διαβήτη, καρδιοπάθειες, ή εγκεφαλικά επεισόδια, υποστηρίζει νέα μελέτη.

Η μελέτη που εκπονήθηκε από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Σεντ Λιούις στην Ουάσινγκτον, διαπίστωσε πως ένα υποσύνολο των παχύσαρκων ατόμων δεν έχουν συχνές μεταβολικές ανωμαλίες που σχετίζονται με την παχυσαρκία, όπως η αντίσταση στην ινσουλίνη, τα μη φυσιολογικά επίπεδα λιπιδίων στο αίμα (υψηλά τριγλυκερίδια και χαμηλή «καλή» χοληστερόλη), υψηλή αρτηριακή πίεση και περίσσεια του ήπατος σε λίπος.

Επιπρόσθετα, οι παχύσαρκοι άνθρωποι που δεν είχαν αυτά τα μεταβολικά προβλήματα κατά την έναρξη της μελέτης, δεν τα ανέπτυξαν ούτε και μετά από την απόκτηση περισσότερου βάρους.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό The Journal of Clinical Investigation.

Στη μελέτη συμμετείχαν 20 παχύσαρκα άτομα που κλήθηκαν να πάρουν περίπου 15 κιλά παραπάνω απ’ όσα ήδη είχαν, για αρκετούς μήνες, προκειμένου να καθοριστεί το πώς τα επιπλέον κιλά μπορούν να επηρεάσουν τις μεταβολικές τους λειτουργίες.

«Στόχος μας ήταν να καταναλώσουν οι συμμετέχοντες στη μελέτη περίπου 1.000 επιπλέον θερμίδες σε καθημερινή βάση, έως ότου αποκτήσουν περίπου το 6% του ήδη υπάρχοντος βάρους τους. Αυτό δεν ήταν κάτι εύκολο. Είναι εξίσου δύσκολο να κάνουμε τους ανθρώπους να πάρουν βάρος, όπως είναι και το να χάσουν βάρος», τόνισε η πρώτη συγγραφέας της μελέτης, Elisa Fabbrini, επίκουρη καθηγήτρια της Ιατρικής.

Όλοι οι συμμετέχοντες κέρδισαν βάρος καταναλώνοντας πρόχειρο φαγητό υπό την επίβλεψη διαιτολόγου. Οι ερευνητές επέλεξαν μια αλυσίδα εστιατορίων πρόχειρου φαγητού που παρείχαν στους συμμετέχοντες αυστηρά το μέγεθος των μερίδων με τις συγκεκριμένες διατροφικές πληροφορίες που ρύθμισαν οι διαιτολόγοι.

Πριν και μετά την αύξηση του σωματικού βάρους, οι ερευνητές αξιολόγησαν προσεκτικά τη σύνθεση του σώματος και την ευαισθησία στην ινσουλίνη του κάθε συμμετέχοντα, καθώς και την ικανότητα του οργανισμού του να ρυθμίσει το σάκχαρο στο αίμα, το λίπος στο ήπαρ και άλλα μέτρα που ορίζουν τη μεταβολική υγεία.

Μετά την απόκτηση βάρους το μεταβολικό προφίλ των παχύσαρκων ατόμων παρέμεινε φυσιολογικό, αν ήταν εντός φυσιολογικών ορίων όταν ξεκίνησε η μελέτη. Αλλά το μεταβολικό προφίλ επιδεινώθηκε σημαντικά μετά την αύξηση του σωματικού βάρους σε παχύσαρκα άτομα, των οποίων το μεταβολικό προφίλ ήταν ήδη ανώμαλο κατά την έναρξη της μελέτης.

«Αυτή η έρευνα καταδεικνύει ότι ορισμένα παχύσαρκα άτομα προστατεύονται από τις δυσμενείς μεταβολικές επιδράσεις της μέτριας αύξησης του βάρους, ενώ άλλα έχουν προδιάθεση να αναπτύξουν αυτά τα προβλήματα», δήλωσε ο ανώτερος ερευνητής Samuel Klein, καθηγητής Ιατρικής και Διατροφής και διευθυντής του Κέντρου για την Ανθρώπινη Διατροφή, του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον.

«Αυτή η παρατήρηση είναι σημαντική κλινικά επειδή περίπου το 25% των παχύσαρκων ανθρώπων δεν έχουν μεταβολικές επιπλοκές. Τα στοιχεία μας δείχνουν ότι αυτοί οι άνθρωποι παραμένουν μεταβολικά φυσιολογικοί, ακόμα κι αν αποκτήσουν επιπλέον βάρος», πρόσθεσε.

Στο πλαίσιο της μελέτης, οι ερευνητές στη συνέχεια βοήθησαν τα άτομα να χάσουν το βάρος που είχαν αποκτήσει.

«Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι μόλις ολοκληρώθηκε η μελέτη, βεβαιωθήκαμε ότι οι συμμετέχοντες έχασαν όλο το βάρος που είχαν αποκτήσει κατά τη διάρκειά της ή και ακόμα περισσότερο», τόνισε ο Κlein.

Οι ερευνητές εντόπισαν ορισμένες βασικές μετρήσεις που ξεχωρίζουν τα μεταβολικά κανονικά παχύσαρκα άτομα από τα άτομα με προβλήματα. Ήταν η παρουσία του λίπους στο εσωτερικό του ήπατος. Τα άτομα με ανώμαλο μεταβολισμό είχαν συσσωρευμένο λίπος στο ήπαρ.

Μια άλλη διαφορά αφορούσε την εμπλοκή της γονιδιακής λειτουργίας στον λιπώδη ιστό. Τα άτομα με κανονικό μεταβολισμό παρά την παχυσαρκία τους είχαν περισσότερα γονίδια που ρύθμιζαν την παραγωγή και συσσώρευση λίπους. Η δραστηριότητα αυτών των γονιδίων αυξήθηκε ακόμα περισσότερο όταν τα μεταβολικά φυσιολογικά άτομα απέκτησαν κι άλλο βάρος, κάτι που δεν ίσχυε για τα άτομα με ανώμαλο μεταβολισμό.

«Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι η ικανότητα του σωματικού λίπους να αυξηθεί με έναν υγιή τρόπο μπορεί να προστατεύει κάποιους ανθρώπους από τα μεταβολικά προβλήματα που σχετίζονται με την παχυσαρκία και την αύξηση του σωματικού βάρος», τόνισε ο Klein που σημείωσε, ωστόσο, πως η παχυσαρκία συμβάλλει σε περισσότερες από 60 διαφορετικές ανθυγιεινές συνθήκες.

«Χρειαζόμαστε περισσότερες μελέτες για να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε γιατί η παχυσαρκία προκαλεί συγκεκριμένες ασθένειες σε μερικούς ανθρώπους και δεν προκαλεί τις ίδιες ασθένειες σε άλλους. Θα μπορούσε να είναι θέμα γενετικής, ειδικής διατροφής, φυσικής ζωής, συναισθηματικής υγείας ή ακόμα και μικροβίων που ζουν στο έντερο», κατέληξε.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει