Η γυναικεία οργασμική διαταραχή είναι μια χρόνια σεξουαλική δυσλειτουργία που καθιστά μια γυναίκα ανίκανη ολοκληρωτικά να έχει οργασμό ή να επιτυγχάνει μεν οργασμό, αλλά με εξαιρετική δυσκολία.
Αυτή η κατάσταση θα μπορούσε να προκύψει από μια τραυματική εμπειρία, αλλά μπορεί επίσης να αναπτυχθεί εξαιτίας των προβλημάτων μέσα σε μια σχέση. Για κάποιες γυναίκες αυτή η διαταραχή διαρκεί μια ζωή, αλλά άλλες μπορεί να το ζήσουν μόνο σε συγκεκριμένες περιόδους ή μόνο με ορισμένους ερωτικούς συντρόφους. Η οργασμική διαταραχή είναι πιο διαδεδομένη σε νεότερες γυναίκες, ενώ εκτιμάται ότι το 10% των γυναικών δεν έχουν ποτέ βιώσει οργασμό, ανεξάρτητα από την κατάσταση ή τη διέγερση. Οι μελέτες δείχνουν ότι οι πάσχουσες από οργασμική διαταραχή είναι πιο πιθανό να είναι σεξουαλικά άπειρες, νέες και ανύπαντρες, αλλά σε καμία περίπτωση αυτό δεν συνιστά κανόνα.
Οταν μια γυναίκα διεγείρεται σεξουαλικά, τα αιμοφόρα αγγεία στην περιοχή της πυέλου της διογκώνονται και γεμίζουν με αίμα. Καθώς η ροή του αίματος αυξάνεται, το ίδιο κάνει και η ένταση, μέχρις ότου απελευθερωθεί. Αυτή η απελευθέρωση, που ονομάζεται οργασμός, είναι μια ευχάριστη, ρυθμική σειρά από συσπάσεις στην μήτρα και στον κόλπο. Η δυσκολία ή αδυναμία να φτάσει σε οργασμό μετά από τη σεξουαλική διέγερση, μπορεί να προκαλέσει θυμό ή απογοήτευση στη γυναίκα και να οδηγήσει σε δυσαρέσκεια και άλλα προβλήματα σε μια σχέση.
Η γυναικεία οργασμική διαταραχή συνήθως εντοπίζεται μέσω μιας εις βάθος ψυχολογικής εξέτασης, καθώς και μέσω εξέτασης του ιατρικού ιστορικού, συμπεριλαμβανομένου του ιστορικού των συνθηκών υπό τις οποίες ο οργασμός δεν επετεύχθη. Η διάγνωση της γυναικείας οργασμικής διαταραχής μπορεί να είναι δύσκολη, επειδή και άλλες διαταραχές έχουν παρόμοια συμπτώματα. Η βλάβη στα αιμοφόρα αγγεία στην περιοχή της πυέλου, η νευρική βλάβη και παρενέργειες από φάρμακα μπορούν επίσης να προκαλέσουν σεξουαλική δυσλειτουργία, που όμως δεν διαγιγνώσκεται ως διαταραχή. Η γυναικεία οργασμική διαταραχή είναι πιο πιθανό να έχει ψυχολογική αιτία απ’ ό,τι μια φυσική αιτία. Η έλλειψη επαρκούς σεξουαλικής πράξης ή σεξουαλικής διέγερσης μπορεί να προκαλέσει βλάβη στην κορύφωση, αλλά δεν έχει διαγνωστεί ως οργασμική διαταραχή.
Η θεραπεία της γυναικείας οργασμικής διαταραχής μπορεί να κυμαίνεται από έναν συνδυασμό της παραδοσιακής σεξοθεραπείας και ψυχοθεραπείας μέχρι ασκήσεις που θα μειώσουν τις αναστολές και θα αυξήσουν τη διέγερση. Αλλες θεραπείες περιλαμβάνουν σεξουαλική θεραπεία για ζευγάρια. Ο σεξουαλικός θεραπευτής μπορεί να ζητήσει από το ζευγάρι να κάνει… homework, που περιλαμβάνει τη χρήση τεχνικών χαλάρωσης ή ασκήσεις Kegel που βελτιώνoυν τον τόνο και τη δύναμη των μυών στην περιοχή των γεννητικών οργάνων. Εάν η οργασμική διαταραχή προέρχεται από προβλήματα σχέσεων, η ψυχοθεραπεία θα μπορούσε να επιλύσει την ένταση. Η ολιστική πρακτική μπορεί επίσης να βοηθήσει με βότανα για την αύξηση της διέγερσης και οι γιατροί μπορούν να προτείνουν συνταγογραφούμενα φάρμακα που αυξάνουν τη ροή του αίματος στα γεννητικά όργανα.