Oι περισσότερες γυναίκες δεν αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο του καρκίνου του μαστού

Οι γυναίκες στην πλειοψηφία τους δεν γνωρίζουν με ακρίβεια τον προσωπικό τους κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνου του μαστού, σύμφωνα με μια νέα έρευνα, στην οποία ρωτήθηκαν περισσότερες από 9.000 γυναίκες.

«Μόνο το 9,4% των ερωτηθέντων γυναικών ήταν σε θέση να μιλήσουν με ακρίβεια για τις πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού, ενώ τέσσερις στις 10 γυναίκες δεν έχουν συζητήσει ποτέ προσωπικά με τον γιατρό τους για το συγκεκριμένο θέμα», σύμφωνα με τον ερευνητή Δρ Jonathan Herman, μαιευτήρα και γυναικολόγο στην Ιατρική Σχολή του Hofstra North Shore στη Νέα Υόρκη.

Η έρευνα του Herman που παρουσιάστηκε στο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Ογκολογίας στο Σαν Φρανσίσκο, ξεκίνησε ουσιαστικά το 2010, από την κόρη του Σάρα, που ήταν τότε 13 ετών και ήθελε να μάθει εάν ο ισχυρισμός του πατέρα της ότι οι γυναίκες δεν μπορούν να αντιληφθούν τον κίνδυνο του καρκίνου του μαστού ήταν σωστός. Μαζί ρωτήθηκαν και 9.873 γυναίκες ηλικίας από 35 έως 70 ετών, που είχαν κάνει προσυμπτωματικό έλεγχο του καρκίνου του μαστού σε 21 κέντρα μαστογραφίας στη Νέα Υόρκη.

Από τις γυναίκες ζητήθηκε να εκτιμήσουν τον κίνδυνο που αντιμετωπίζουν να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού κατά τη διάρκεια των επόμενων πέντε χρόνων και γενικότερα κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Ο Herman έλαβε επίσης πληροφορίες για την εθνικότητα των γυναικών, την ασφάλιση υγείας τους, το προσωπικό και οικογενειακό ιστορικό του καρκίνου του μαστού, καθώς και τυχόν προηγούμενες συζητήσεις τους με γιατρούς που να αξιολογούν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού.

Οι ερευνητές υπολόγισαν τον πραγματικό κίνδυνο κάθε γυναίκας, χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες που τούς δόθηκαν και στη συνέχεια τον συνέκριναν με τον κίνδυνο που είχε εκτιμήσει η κάθε γυναίκα ότι έχει. Εάν η εκτίμηση της γυναίκας διέφερε από τον υπολογισμένο κίνδυνο περισσότερο από το 10% τότε η εκτίμηση ονομαζόταν ανακριβής.

Στο σύνολο των γυναικών μόλις το 9,4% υπολόγισαν με ακρίβεια τον κίνδυνο, ενώ το 45% τον είχε υποτιμήσει και το 45,6% τον είχε υπερεκτιμήσει. Οι λευκές γυναίκες υπερεκτίμησαν τον κίνδυνο συγκριτικά με τις μαύρες, τις γυναίκες από την Ασία και τις ισπανόφωνες που τον υποτίμησαν, σύμφωνα με την έρευνα.

Η ακριβής εκτίμηση του κινδύνου μπορεί να βοηθήσει τις γυναίκες να αποφασίσουν τι μέτρα θα λάβουν και κατά πόσο είναι πιθανό να χρειαστούν αυστηρότερο έλεγχο σε τακτά χρονικά διαστήματα ή να χρησιμοποιήσουν χημειοπροφυλάξεις με φάρμακα όπως η ταμοξιφαίνη, που μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού.

Στο γενικό πληθυσμό μια γυναίκα έχει πιθανότητες 12% να αναπτύξει στη διάρκεια της ζωής της καρκίνο του μαστού. Αυτό το ποσοστό αυξάνεται στο 20% αν η μητέρα μιας γυναίκας είχε καρκίνο του μαστού. Εάν το τεστ για τις μεταλλάξεις BRCA (μεταλλάξεις σε αυτά τα γονίδια προκαλούν το σύνδρομο του κληρονομικού καρκίνου του μαστού και των ωοθηκών), τότε ο κίνδυνος ανεβαίνει στο 70%.

«Οταν ρωτάμε τις γυναίκες ποιος είναι ο κίνδυνος στο γενικό πληθυσμό και ποιος θεωρούν ότι είναι ο δικός τους κίνδυνος σε σχέση με τον γενικό, μπορούν να τοποθετήσουν τον εαυτό τους σε μια γενική κατηγορία, λίγο πιο ψηλά, λίγο πιο χαμηλά, αλλά μέχρι εκεί, δεν μπορούν να εκτιμήσουν με ιδιαίτερη ακρίβεια», λέει η Δρ Mary Daly, πρόεδρος της Κλινικής Γενετικής στο Κέντρο Καρκίνου Fox Chase στη Φιλαδέλφεια, που αναθεώρησε τα νέα ευρήματα, αλλά δεν συμμετείχε στην έρευνα.

Είναι, ωστόσο, γεγονός ότι περισσότερες γυναίκες εξέτασαν τον δικό τους κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού μετά την προσοχή που δόθηκε από τα ΜΜΕ στην πρόσφατη απόφαση της ηθοποιού Αντζελίνα Τζολί να προβεί σε διπλή μαστεκτομή, επειδή η μητέρα της πέθανε από καρκίνο των ωοθηκών και η ίδια ήταν θετική στο τεστ για μετάλλαξη του γονιδίου BRCA. Οι μεταλλάξεις των BRCA1 και BRCA2 αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου, τόσο του μαστού, όσο και των ωοθηκών. Η είδηση για την Τζολί αύξησε την ευαισθητοποίηση και οι γυναίκες πλέον αναζητούν περισσότερο από πριν συμβουλές για το τι πρέπει να κάνουν και για το αν χρειάζεται να κάνουν το τεστ για τη μετάλλαξη του BRCA.

«Το πιο σημαντικό είναι για τις γυναίκες να μάθουν το ιστορικό της οικογένειάς τους. Το ιδανικό θα ήταν να πάμε τουλάχιστον δύο γενιές πίσω, εξετάζοντας μητέρες και γιαγιάδες και από τις δύο πλευρές. Οταν μια γυναίκα γνωρίζει τον κίνδυνο, θα μπορεί να προβεί και στις απαραίτητες ενέργειες, ώστε να προφυλαχθεί απ’ αυτόν», συμφωνούν οι ερευνητές.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει