Το εμβόλιο για τον κοροναϊό αντιμετωπίζεται από τους πάντες ως το «Ιερό Δισκοπότηρο» που η ανακάλυψή του θα οδηγήσει στη «λύτρωση» από την πανδημία.
Ωστόσο, τα πράγματα δεν προχωρούν γρήγορα, παρόλο που επιστήμονες από όλο τον κόσμο είτε έχοντας ενώσει τις δυνάμεις τους, είτε εργαζόμενοι κάτω από την ομπρέλα της χώρας τους, κάνουν ό,τι είναι ανθρωπίνως και επιστημονικώς δυνατόν για να φτάσουν γρήγορα σε ένα ασφαλές εμβόλιο.
Τα περισσότερα εμβόλια βρίσκονται στο στάδιο των κλινικών δοκιμών και πιο συγκεκριμένα στη φάση 3 που θεωρείται η πιο σημαντική, αφού αφορά μεγάλο αριθμό ατόμων, επομένως είναι και η φάση στην οποία εμφανίζονται και οι περισσότερες παρενέργειες.
Όσο προχωρούν, ωστόσο, οι δοκιμές, ένας νέος προβληματισμός έρχεται να προστεθεί και επιστημονικές ανησυχίες έχουν διατυπωθεί από διάφορους ειδικούς.
Οι ανησυχίες αυτές αφορούν κυρίως το γεγονός ότι ο ιός SARS-CoV-2, όπως και οι περισσότεροι κοροναϊοί, υπόκεινται με την πάροδο του χρόνου σε κάποιες μεταλλάξεις. Το πώς αυτές θα επηρεάσουν την αποτελεσματικότητα των εμβολίων που αναπτύσσονται είναι κυρίως αυτό που προβληματίζει.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Ιολογίας του Πανεπιστημίου της Υόρκης, Σεσάντρι Βασάν, που μελέτησε το θέμα, ευτυχώς τα εμβόλια που δοκιμάζονται τώρα δεν επηρεάζονται από τις πρόσφατες μεταλλάξεις που έχει υποστεί ο SARS-CoV-2.
Τα περισσότερα εμβόλια που βρίσκονται στο στάδιο των κλινικών δοκιμών έχουν μοντελοποιηθεί πάνω στο αρχικό στέλεχος D του ιού, το οποίο ήταν συχνότερο στις αλληλουχίες που δημοσιεύτηκαν στις αρχές πανδημίας.
Από τότε όμως μέχρι σήμερα ο ιός έχει μεταλλαχθεί και παγκοσμίως κυρίαρχο είναι το στέλεχος G του ιού, το οποίο πλέον αναλογεί στο 85% των δημοσιευμένων γονιδιωμάτων του SARS-CoV-2.
Από πολλούς ερευνητές έχουν εκφραστεί φόβοι ότι το στέλεχος G, που βρίσκεται μέσα στην βασική πρωτεΐνη S (ακίδα) του κοροναϊού, θα επηρεάσει αρνητικά τα υπό ανάπτυξη εμβόλια.
Ωστόσο, μελέτη του αυστραλιανού επιστημονικού οργανισμού CSIRO, που δημοσιεύεται στην επιστημονική επιθεώρηση npj Vaccines, δεν εντόπισε καμιά απολύτως απόδειξη ότι η μετάλλαξη αυτή επηρεάζει αρνητικά την αποτελεσματικότητα των υποψήφιων εμβολίων.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δείγματα αίματος από πειραματόζωα (κουνάβια) που είχαν λάβει εμβόλιο κατά στελεχών ιών που είχαν ή δεν είχαν αυτή τη μετάλλαξη (γνωστή ως D614G).
«Πρόκειται για καλά νέα καθώς εκατοντάδες εμβόλια είναι υπό ανάπτυξη με την πλειοψηφία αυτών να στοχεύουν στην πρωτεΐνη S, η οποία προσδένεται στους υποδοχείς ACE2 στους πνεύμονες και τους αεραγωγούς, τα σημεία εισόδου δηλαδή για να μολυνθούν τα ανθρώπινα κύτταρα. Παρά τη μετάλλαξη D614G στην πρωτεΐνη S, καταφέραμε να επιβεβαιώσουμε στα πειράματά μας ότι τα εμβόλια είναι αποτελεσματικά. Επίσης, παρατηρήσαμε ότι το στέλεχος G είναι απίθανο να ωθήσει σε ετήσια παραμετροποίηση του εμβολίου, όπως συμβαίνει με αυτό της γρίπης ετησίως», εξηγεί ο καθηγητής Σεσάντρι Βασάν.