Ο ψυχρός χειμώνας «παγώνει» τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού

Για τις γυναίκες που έχουν διαγνωστεί με μια μορφή καρκίνου του μαστού που είναι γνωστή ως θετικός υποδοχέας οιστρογόνου (ER +), η ταμοξιφαίνη είναι ένα από τα βασικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της νόσου.

Επί του παρόντος η ταμοξιφαίνη χρησιμοποιείται σε μία συνταγογραφούμενη δόση που είναι ίδια για κάθε ασθενή και χρησιμοποιείται όχι μόνο για τη θεραπεία, αλλά και για την πρόληψη της επανεμφάνισης του καρκίνου του μαστού.

Νέες έρευνες στο Ινστιτούτο Ιατρικής Ερευνας Lawson οδήγησαν στο συμπέρασμα πως εκτός από τους ειδικούς γενετικούς παράγοντες της ασθενούς η έλλειψη έκθεσης στη βιταμίνη D στη διάρκεια των ψυχρών μηνών του χειμώνα επηρεάζει την ικανότητα του σώματος να μεταβολίζει το φάρμακο.

Τα αποτελέσματα της έρευνας που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Καρκίνος του μαστού, έρευνα και θεραπεία», είναι τα πρώτα που αναγνωρίζουν αυτή την επίδραση των εποχών του χρόνου. Ο Δρ Ρίτσαρντ Κιμ, γιατρός στο Κέντρο Επιστημών Υγείας (LHSC) και πρόεδρος Ιατρικής Ερευνας στο Western University, αναφέρει ότι κατά τους χειμερινούς μήνες σχεδόν το 30% των ασθενών αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να μην λάβουν το βέλτιστο επίπεδο της πιο ενεργής μορφής δράσης της ταμοξιφαίνης, που ονομάζεται ενδοξιφαίνη και ως εκ τούτου να μην μπορούν να επωφεληθούν όσο το δυνατόν περισσότερο από τη θεραπεία.

Στο ήπαρ η ταμοξιφαίνη μετατρέπεται στην πιο ενεργή της μορφή, την ενδοξιφαίνη από μια πρωτεΐνη που ονομάζεται CYP2D6. «Γνωρίζουμε ότι η ενδοξιφαίνη είναι περίπου 100 φορές πιο ισχυρή έναντι του υποδοχέα οιστρογόνων, απ’ ό,τι η ταμοξιφαίνη», λέει ο Δρ Κιμ.

«Η έρευνά μας έχει δείξει ότι οι ασθενείς με φυσιολογική δραστικότητα CYP2D6, μπορούν να μετατρέψουν την ταμοξιφαίνη σε ενδοξιφαίνη, ενώ οι ασθενείς με μηδενική δραστηριότητα CYP2D6, έχουν σημαντικά περιορισμένη δυνατότητα να μετατρέψουν την ταμοξιφαίνη σε ενδοξιφαίνη».

Επιπρόσθετα, ο Δρ Κιμ διαπίστωσε ότι η ταυτόχρονη χρήση κοινών αντικαταθλιπτικών μπορεί επίσης να μειώσει την ικανότητα του σώματος να μεταβολίζει τα επίπεδα της ενδοξιφαίνης: «Οι ασθενείς που παρουσιάζουν είτε μειωμένη, είτε πλήρη ανεπάρκεια CYP2D6 και παίρνουν παράλληλα αντικαταθλιπτικά φάρμακα, διατρέχουν σημαντικό κίνδυνο να λάβουν χαμηλά θεραπευτικά επίπεδα ενδοξιφαίνης».

Με σχεδόν το 10 τοις εκατό του πληθυσμού να παρουσιάζει πλήρη έλλειψη της ενζυματικής δραστηριότητας της CYP2D6 τα παραπάνω ευρήματα έχουν σημαντικές κλινικές εφαρμογές.

«Τα πιο πρόσφατα ευρήματά μας αποτελούν σημαντικές προσθήκες στην δεξαμενή των δεδομένων που έχουμε ήδη για την θεραπεία με ταμοξιφαίνη», λέει ο Δρ Κιμ. «Αυτοί οι νέοι κλινικοί και γενετικοί δείκτες μπορούν να βοηθήσουν τους γιατρούς να προσδιορίσουν καλύτερα ποιες ασθενείς θα ωφεληθούν από την ταμοξιφαίνη, καθώς και ποιες ασθενείς κινδυνεύουν να έχουν μειωμένα οφέλη από την θεραπεία, στην οποία υποβάλλονται».

Μπορεί επίσης να σας αρέσει