Ο εγκλεισμός λόγω της πανδημίας, το άγχος για την υγεία, αλλά και για το μέλλον, καθώς πολλοί άνθρωποι έμειναν χωρίς δουλειά και ακόμα περισσότεροι υπέφεραν και πολλοί υποφέρουν ακόμα, πρόσφεραν το ιδανικό υπόβαθρο για να αυξηθούν οι νέοι καπνιστές αλλά και για να συνεχίσουν το κάπνισμα οι παλιοί.
Αυτό προκύπτει από τις πωλήσεις προϊόντων καπνού διεθνώς με τους Αμερικανούς, να έχουν κάνει και ανάλογη έρευνα πάνω στο θέμα.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτή την έρευνα οι πωλήσεις σε 15 μήνες πανδημίας εκτοξεύθηκαν κατά 14%.
Ωστόσο, όπως σημειώνουν και οι ειδικοί, η μελέτη παρέχει έμμεσες ενδείξεις σχετικά με την αύξηση του καπνίσματος, καθώς δεν σημαίνει απαραίτητα ότι αυξήθηκε άμεσα το κάπνισμα, όμως συσχετίζονται οι πωλήσεις με την κατανάλωση.
Επιπλέον, δεν είναι πλήρως ξεκάθαρο εάν αυτή η διαπίστωση ευθύνεται στην αύξηση της χρήσης των τσιγάρων από τους ήδη καπνιστές ή οφείλεται στην επανεκκίνηση του καπνίσματος για όσους το είχαν διακόψει ή σε μη καπνιστές που ξεκίνησαν να καπνίζουν.
Τα αποτελέσματα αυτά προέκυψαν από τη σύγκριση των πωλήσεων των τσιγάρων την περίοδο από το Μάρτιο έως τον Ιούνιο του 2021, με τις προβλεπόμενες πωλήσεις να βασίζονται στην μακροπρόθεσμη πτωτική τάση στη ζήτηση των προϊόντων καπνού πριν από την πανδημία, από τον Ιανουάριο του 2007 έως τον Φεβρουάριο του 2020.
Εν συνεχεία, οι ερευνητές προσάρμοσαν τις αναμενόμενες αλλαγές, συμπεριλαμβανομένης της εποχικότητας.
Συμπέραναν ότι οι πωλήσεις των τσιγάρων ξεπέρασαν τις αναμενόμενες πωλήσεις όλους τους μήνες μετά την έναρξη της πανδημίας. Τα αποτελέσματα δημοσιεύτηκαν στο Annals of Internal Medicine.
Όπως εξηγεί και ο Samuel Asare, συν-συγγραφέας της μελέτης και επιστήμονας στην Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία, αρκετοί μπορεί να είναι οι λόγοι που συνέβαλαν σε αυτή την αύξηση: «Ας μην ξεχνάμε ότι μερικοί άνθρωποι δούλευαν σε χώρους εργασίας όπου ισχύουν απαγορεύσεις του καπνίσματος. Όταν λοιπόν έμειναν στο σπίτι, είχαν την ελευθερία να καπνίσουν».
Μια άλλη εξήγηση είναι η αντιμετώπιση του καπνίσματος ως μιας αγχολυτικής διαδικασίας. Μία άλλη παράμετρος ήταν και ο φόβος των ελλείψεων με τη πανδημία. Όπως αποδείχτηκε οι άνθρωποι δεν συσσώρευσαν στα σπίτια τους μόνο χαρτί υγείας, αλλά αποθήκευσαν και τσιγάρα φοβούμενοι μήπως ξεφύγουν.
Όσο όμως αυξάνονταν οι πωλήσεις των τσιγάρων, τόσο μειώνονταν και οι συμμετοχές σε προγράμματα διακοπής του καπνίσματος. Μάλιστα, σύμφωνα με τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό για τη διακοπή του καπνίσματος The North American Quitline Consortium παρουσιάστηκε 27% μείωση στις αντίστοιχες συμβουλευτικές τηλεφωνικές κλήσεις για τη διακοπή του καπνίσματος το 2020 σε σύγκριση με το 2019.
Για την Patricia Folan, διευθύντρια του Κέντρου Ελέγχου του Καπνίσματος Northwell Health, η αύξηση αυτή του καπνίσματος δεν αποτέλεσε έκπληξη, καθώς αρκετές μορφές κατάχρησης παρουσιάστηκαν την περίοδο της πανδημίας: «Υπήρξαν πλήθος αναφορών που υποδεικνύουν αυξήσεις στη χρήση άλλων ουσιών, καθώς και αύξηση των ψυχικών διαταραχών, όπως το άγχος και η κατάθλιψη, καταστάσεις που προκαλούν υποτροπή. Αντίστοιχα, μετά την 11η Σεπτεμβρίου, παρουσιάστηκε αύξηση του καπνίσματος και υποτροπή στο κάπνισμα. Αν και πρόκειται για πολύ διαφορετικές καταστάσεις, το άγχος και στις δύο περιπτώσεις συνέβαλε στο αυξημένο κάπνισμα ή στην υποτροπή του καπνίσματος» σημειώνει.
Στα προγράμματα διακοπής καπνίσματος όμως που η ίδια ηγείται, παρουσιάστηκε αύξηση των εγγραφών κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Αντίστοιχα με όσα δήλωσε ο Samuel Asare, οι ασθενείς της κάπνιζαν περισσότερο όσο εργάζονταν υπό το καθεστώς της τηλεργασίας στο σπίτι. Όπως ήταν αναμενόμενο, ανέφεραν υποτροπή στο τσιγάρο λόγω συναισθημάτων άγχους και στρες αλλά και απομόνωσης.
Ποιες θα πρέπει να είναι οι επόμενες κινήσεις; Σύμφωνα με την Patricia Folan, οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης θα πρέπει να είναι δίπλα στους ασθενείς και να ελέγχουν τη χρήση του τσιγάρου, ακόμα κι αν είχε διακοπεί στο παρελθόν. Εάν υποτροπιάσουν, θα πρέπει να τους συμβουλεύσουν να το σταματήσουν.
Ένα καλό επιχείρημα που προστίθεται από την εμπειρία του κοροναϊού είναι ότι το κάπνισμα συμπεριλαμβάνεται στους παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο για σοβαρή νόσηση και θάνατο.