Ο πλακούντας «δείχνει» τον κίνδυνο αυτισμού

Ο κίνδυνος αυτισμού μπορεί να εντοπιστεί κατά τη γέννηση με την εξέταση του πλακούντα για τυχόν ανωμαλίες, όπως αναφέρουν ερευνητές του Γέιλ.

«Μπορούμε να δούμε τον πλακούντα κατά τη γέννηση και να προσδιορίσουμε από την εξέτασή του τον κίνδυνο για αυτισμό, με εξαιρετικά υψηλή αξιοπιστία», λέει ο Δρ Χάρβεϊ Κλίμαν, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ.

Oσο νωρίτερα αντιμετωπιστεί ο αυτισμός, τόσο καλύτερη είναι η έκβασή του. Oμως, στα παιδιά συνήθως διαγιγνώσκεται μόνο αφότου αρχίσουν τα προβλήματα κοινωνικής συμπεριφοράς, δηλαδή στην ηλικία των 2 ή 3 ετών, ή ακόμα και αργότερα. Με βάση την συγκεκριμένη έρευνα, τα παιδιά που θα κατατάσσονταν στην ομάδα κινδύνου μετά από την εξέταση του πλακούντα θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την έγκαιρη θεραπεία.

Για τη νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Biological Psychiatry, ο Κλίμαν και η ομάδα του εξέτασαν 117 πλακούντες από νεογέννητα βρέφη των οποίων οι μητέρες είχαν ήδη ένα ή περισσότερα παιδιά με κάποια μορφή αυτισμού, η οποία τοποθετούσε εκ των πραγμάτων το βρέφος στην ομάδα υψηλότερου κινδύνου για την εμφάνιση της συγκεκριμένης διαταραχής. Οι ερευνητές συνέκριναν τα δείγματα με δείγματα πλακούντα από 100 γυναίκες που είχαν ήδη ένα ή περισσότερα τυπικά αναπτυσσόμενα παιδιά.

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ο πλακούντας κρατά την παροχή αίματος του αγέννητου μωρού χωριστά από τη μητέρα του, παρέχοντας παράλληλα στο μωρό οξυγόνο και θρεπτικά συστατικά. Στη γέννα, ο πλακούντας, που ονομάζεται επίσης «ύστερο», ακολουθεί το μωρό έξω από τη μήτρα.

Οι πλακούντες από γυναίκες των οποίων τα μεγαλύτερα παιδιά είχαν αυτισμό ήταν αισθητά διαφορετικοί από τους άλλους, όπως διαπίστωσε η ομάδα του Κλίμαν. Παρουσίασαν ανώμαλες πτυχώσεις και μη φυσιολογική ανάπτυξη, που είναι γνωστή ως εγκλείσματα τροφοβλάστη. Οι πλακούντες από τις υψηλού κινδύνου εγκυμοσύνες ήταν οκτώ φορές πιθανότερο να έχουν δύο ή περισσότερες απ’ αυτές τις ανώμαλες πτυχώσεις. Οι πλακούντες με τέσσερις ή περισσότερες απ’ αυτές τις προσθήκες, προέβλεπαν 74% πιθανότητες για κίνδυνο αυτισμού, είπαν οι ερευνητές.

«Δεν υπήρξαν πλακούντες από εγκυμοσύνες της χαμηλής ομάδας κινδύνου που να είχαν περισσότερες από δύο πτυχώσεις», είπε ο Κλίμαν.

Η μελέτη προέβλεψε τον κίνδυνο αυτισμού, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι υποχρεωτικά τα παιδιά αυτά θα αναπτύξουν αυτισμό. Οι ερευνητές θα συνεχίσουν να τα παρακολουθούν.

«Ο έλεγχος δεν μπορεί να γίνει πριν από τη γέννα. Χρειάζεται να εξεταστεί αρκετός πλακούντας».

Αλλά αυτό το τεστ θα μπορούσε να βοηθήσει να παρακολουθούμε πολύ νωρίτερα τα παιδιά απ’ όσο το κάνουμε τώρα. Δεν υπάρχει σήμερα τρόπος να γνωρίζουμε κατά τη γέννηση αν το παιχνίδι σας μπορεί να έχει αυτισμό», λέει ο Κλίμαν. «Εάν όμως γνωρίζετε κατά τη γέννηση ότι το παιδί σας βρίσκεται σε κίνδυνο να έχει αυτισμό, τότε είστε ένα βήμα μπροστά. Οι παρεμβάσεις μπορούν να ξεκινήσουν νωρίτερα, όταν ο εγκέφαλος θα είναι πιο ανοιχτός σε αλλαγές».

Δεν είναι ξεκάθαρο πώς ακριβώς αυτές οι πτυχώσεις σχετίζονται με τον κίνδυνο αυτισμού, σύμφωνα με τον Κλίμαν, τόσο όμως ο ίδιος όσο και οι άλλοι επιστήμονες πιθανολογούν ότι οι ανωμαλίες στους πλακούντες και στους εγκεφάλους των παιδιών που πάσχουν από αυτισμό χαρακτηρίζονται από αυξημένη κυτταρική ανάπτυξη, η οποία στη συνέχεια οδηγεί σε ασυνήθιστες πτυχώσεις. «Τα κεφάλια των παιδιών με αυτισμό είναι μεγαλύτερα», λέει. «Οι εγκέφαλοί τους αναπτύσσονται με ταχείς ρυθμούς πολύ νωρίς».

«Θα ήθελα να το δω σαν μια συνηθισμένη εξέταση», δηλώνει ο Κλίμαν που εκτιμά ότι θα μπορούσε να κοστίσει γύρω στα 2.000 δολάρια ή περισσότερο.

Αυτή δεν είναι η πρώτη μελέτη για τη σύνδεση των ανωμαλιών του πλακούντα με τον κίνδυνο αυτισμού, ωστόσο είναι από τις μεγαλύτερες μελέτες που επιβεβαιώνουν το συγκεκριμένο εύρημα. Είναι βέβαιο ότι απαιτείται περισσότερη έρευνα.

«Είναι πολύ νωρίς για να το προτείνουμε ως τεστ ρουτίνας», εξηγεί ο Δρ Ντάνιελ Κιούρι, ιατρικός διευθυντής του Δικτύου Θεραπείας Αυτισμού και επικεφαλής του ομίλου της ανάπτυξης και συμπεριφοράς Παιδιατρικής στο Νοσοκομείο Παίδων Nationwide στο Columbus τουΟχάιο, που επαίνεσε την μελέτη, αλλά είπε επίσης ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να επαναλάβει τα ευρήματα.

«Το να είσαι σε θέση να προσδιορίσεις ποια είναι τα βρέφη που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο, ώστε να τα παρακολουθήσεις πιο στενά και να παρέμβεις όσο γρηγορότερα γίνεται, είναι πραγματικά μεγάλη είδηση», τόνισε.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει