Η τεκνοποίηση κάνει τους ανθρώπους λιγότερο επιρρεπείς σε ασθένειες

Για δεκαετίες οι θεωρίες σχετικά με το γενετικό πλεονέκτημα της σεξουαλικής αναπαραγωγής ανακυκλώνονταν σε ό,τι αφορά τα ζώα, αλλά δεν είχε αποδειχθεί ότι ισχύουν για τους ανθρώπους.

Τώρα, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ και το Ερευνητικό Κέντρο Sainte-Justine στον Καναδά ανακάλυψαν πως η προδιάθεση της ανθρωπότητας απέναντι στη νόσο μειώνεται σταδιακά όσο «ανακατεύεται» το γενετικό μας υλικό.

Αυτή η ανακάλυψη έγινε δυνατή χάρη στη διαθεσιμότητα τα τελευταία χρόνια αποθηκευμένων βιολογικών δειγμάτων και γενετικών δεδομένων από διαφορετικούς πληθυσμούς σε όλο τον κόσμο

Τι γνωρίζαμε ήδη

Καθώς οι άνθρωποι τεκνοποιούν, η ανταλλαγή γενετικού υλικού από γενιά σε γενιά ανάμεσα στον άνδρα και τη γυναίκα, εξελίσσει το είδος μας. Τα χρωμοσώματα του πατέρα ανασυνδυάζονται με τα χρωμοσώματα της μητέρας για να δημιουργήσουν τα χρωμοσώματα του παιδιού τους (τα χρωμοσώματα είναι τα μεγαλύτερα δομικά στοιχεία των γονιδιωμάτων).

Οι επιστήμονες γνωρίζουν εδώ και κάποιο διάστημα, ωστόσο, ότι τα γονιδιώματα των γονέων δεν αναμειγνύονται μαζί με ομοιόμορφο τρόπο. Τα χρωμοσώματα ανασυνδυάζονται συχνά σε ορισμένα τμήματα του γονιδιώματος, ενώ ο ανασυνδυασμός είναι λιγότερο συχνός σε άλλα τμήματα. Αυτά τα τμήματα του ανασυνδυασμού χαμηλής συχνότητας τελικά θα ανασυνδυαστούν όπως και τα υπόλοιπα, μόνο που θα χρειαστούν πολλές γενεές.

Τα ευρήματα

Πιο συγκεκριμένα η ομάδα των Καναδών ερευνητών με επικεφαλής τον δρα Philip Awadalla ανακάλυψε τα εξής: Τα τμήματα του ανθρώπινου γονιδώματος που δεν ανασυνδυάζονται τόσο συχνά όσο άλλα, τείνουν επίσης να φέρουν ένα σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό από τις περισσότερες ασθένειες, επιτρέποντας τις γενετικές μεταλλάξεις. Μέχρι να συμβεί τελικά ο ανασυνδυασμός του χρωμοσώματος, αυτά τα τμήματα συσσωρεύουν όλο και περισσότερες βλαβερές μεταλλάξεις. Με άλλα λόγια, όσον αφορά την ευαισθησία στην ασθένεια, το γενετικό μας υλικό χειροτερεύει πράγματι, προτού καλυτερεύσει. Ευτυχώς, οι μεταλλάξεις της νόσου ανακατεύονται τελικά από τον γενετικό μας κώδικα μέσω της σεξουαλικής αναπαραγωγής.

«Όμως, δεδομένου ότι αυτές οι μεταλλάξεις στηρίζονται σε λιγότερο δυναμικά τμήματα του γονιδώματός μας, η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει ενδεχομένως πολλές εκατοντάδες γενεές», εξηγεί ο δρ Awadalla.

Γιατί είναι σημαντικά τα ευρήματα

«Η ανακάλυψη αυτή μας βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα το πώς εμείς ως άνθρωποι αντιμετωπίζουμε μεγαλύτερο ή μικρότερο κίνδυνο να αναπτύξουμε μολυσματικές ασθένειες», λέει ο δρ Awadalla και προσθέτει πως οι επιστήμονες γνωρίζουν πια με μεγαλύτερη ακρίβεια σε ποιο σημείο του ανθρώπινου γονιδιώματος πρέπει να κοιτάξουν για να βρουν μεταλλάξεις της νόσου, γεγονός που τους επιτρέπει να επιταχύνουν την ανακάλυψη και ταυτοποίηση των μεταλλάξεων που σχετίζονται με συγκεκριμένες ασθένειες. Οι ερευνητές και οι υγειονομικές αρχές με τη σειρά τους θα είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν με καλύτερο τρόπο αυτές τις πληροφορίες, για να αναπτύξουν αποτελεσματικές θεραπείες και προγράμματα πρόληψης.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει